ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΑ ΣΑΤΥΡΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ

Frontpage Εμφανίσεις: 62131

Τα κάλαντα που τραγουδούσαν τα παιδιά είχαν και έχουν ως απώτερο σκοπό να μαζέψουν χρήματα. Σ’ όσους δεν τους άνοιγαν την πόρτα, για να τους δώσουν χρήματα ή και να τα φιλέψουν κάτι, σ’ αυτούς κρατούσαν μια προσωρινή κακία. Υπήρχαν όμως και παιδιά που συνέθεταν ποιηματάκια και τραγούδια, ώστε να σατιρίσουν αυτούς τους ανθρώπους. Ένα από αυτά είναι και το παρακάτω που ο τραγουδοποιός με τον δικό του τρόπο, λόγω του θυμού του που δεν του άνοιξαν την πόρτα την ώρα που έλεγε τα κάλαντα, σατιρίζει όλη την οικογένεια:

Αν τολμάτε κι εσείς μην τους ανοίγετε την πόρτα και θα τα ακούσετε ως αρμόζει!

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ....!

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, κακή μας διαβολοχρονιά,
κι αρχή καλός μας χρόνος, μας έφαγε ο φθόνος.
Άγιος Βασίλης έρχεται μ’ ένα μουλάρι άσπρο
βαστάει και στην πλάτη του ένα μεγάλο τράστο.
Να βάλει μέσα τα ψωμιά, κι ούλες τις τηγανίτες,
φιλέματα και γλυκά να φάνε οι παλιοκοπρίτες.

Εσένα αφέντη, σου πρέπει ένα σκαμνάκι καλαμένιο,
για ν’ ακουμπάς τον κώλο σου τον στραβοφκιαγμένο.
Και πάλι ξαναπρέπει σου, βάλε στραβά το φέσι σου,
Κι έβγα όξω στην αυλή σου, να σκάσουν οι οχτροί σου.
Στην πόρτα σου που ’ρχόμαστε και όξω στην αυλή σου
σε καλάμι κρέμονταν χεσμένο το τρούπιο το βρακί σου.

Πολλά είπαμε τ’ αφέντη μας, ας πούμε της κυράς μας.
Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά καγκελοφρύδα,
που έχεις τον ήλιο πρόσωπο και δυο μέτρα αρίδα
σαν του κοράκου τα φτερά, τα λίγα σου μαλλάκια
όταν λουστείς και χτενιστείς σε κράζουν τα κοράκια.
Η στράτα ρόδα γιόμισε απ’ την περπατησιά σου,
α.. να χαθείς μωρή ξεΐγκλωτη εσύ και η σεριά σου.
Σένα σου πρέπει παντρειά με γύφτο διακονιάρη
για να λυσσάξεις για ψωμί και μια σταγόνα λάδι.

Πολλά ’παμε και της κυράς, ας πούμε και της τσούπας.
Έχεις και τσούπα όμορφη, που μοιάζει με την χήνα
ούτε στην Πάτρα βρίσκεται, ούτε και στην Αθήνα
Έχεις και κόρη όμορφη, βάλτηνε στο ζιμπίλι,
και κρέμασέ τηνε ψηλά, να μη τη τρων’ οι ψύλλοι.
Κι αν δεν βρεις γαμπρό για δαύτηνε, βάλτηνε στ’ αμπέλι
κι όσοι γαμπροί κι αν την δουν, κανένας δεν την θέλει.

Πολλά ’παμε, πολλά ’παμε, μα δε μας εκεράσατε,
στο κρεβάτι που ’σαστε να κάτσετε να σκάσετε.
Κι αν ακόμα θε’ να πούμε, βάλτε μας κρασί να πιούμε.
βάλτε μας κρασί να πιούμε κι άλλα θε να θυμηθούμε.
Εφάγαμε τον κόκορα, να φάμε και την λιάρα κότα,
και δώστε το φλουράκι μας, να πάμε σ’ άλλη πόρτα.

Εμείς σου τα εσούραμε τα κάλαντα του δόλιου Άη Βασίλη
κι εσύ την πόρτα αμπάρωσες και έραψες τα δυο σου χείλη.
Χρόνια πολλά σου άρχοντα, κακοστριμμένε νοικοκύρη
εμείς άλλη φορά δεν ερχόμαστε δεν σου κάνουμε χατίρι.
Ανάθεμα στο φιλότιμο σε σένα και σε κειό το σκυλί σου
Κι αφού δεν μας εκεράσατε θα χέσουμε την αυλή σου!

Φώτο από το διαδίκτυο.

Εκτύπωση