Οι Τζαβελαίοι στην Ηλεία

Γονική Κατηγορία: Ιστορία Ιστορικά θέματα Εμφανίσεις: 12085

Κατά τις αρχές του 17ου αιώνα, στο χωριό Δραγώγι της Φιγαλίας, απαντάται η οικογένεια Τζαβέλα. Ένας εξ αυτών ήταν και ο κλεφτοκαπετάνιος Βασίλης Τζαβέλας, ο οποίος διακρίθηκε άπειρες φορές για την παλικαριά αι σωφροσύνη του. Παιδιά του Βασίλη, ήσαν ο Δημάκης, ο Τάσος ο Μήτρος και ο Πάνος. Οι μεγαλύτεροι εξ αυτών ο Δημάκης ο Μήτρος και ο Τάσος, παρέμειναν στο Δραγώγι. Κατά την επανάσταση του 1821, ο Δημάκης που ήταν ο πιο έμπειρος και ικανότατος καπετάνιος, διορίστηκε και ορκίστηκε οπλαρχηγός της περιοχής του. Έλαβε ενεργό μέρος στην Μάχη του Αγίου Αθανασίου της Καρύταινας μαζί με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στην μάχη του Πουσίου Λάλα, αρχικά με τον Γιωργάκη και κατόπιν με τον Δημητράκη Πλαπούτα.

Η παράδοση αναφέρει ότι, ο Βασίλης, παιδί του γερό- Δημάκη ήταν το μικρότερο από τα έξι αρσενικά παιδιά που είχε ο πατέρας του. Αυτά τα Τζαβελόπουλα είχαν και μια αδερφή, την ονομαστή Κάϊντω ή Κάντω. Η λυγερόκορμη ομορφιά της που έλαμπε σαν το άστρο της αυγής, ήταν το καμάρι όλων των ραγιάδων του καζά και ο τρανός καημός των τούρκων αφεντάδων και κυρίως των σκληρών αγάδων του Φαναριού.

 

Μια ημέρα ο Αγάς που την είδε σε κάποιο γάμο, τυφλώθηκε από την ομορφιά της και θέλησε ταχύτατα να την εντάξει στο χαρέμι του και να βρεθεί σύντομα στον οντά του. Παρακάλεσε, έταξε, απήλλαξε από φόρους, πλήρωσε, αγρίεψε, μα που να δεχθούν τα αδέρφια της μια τέτοια πρόταση, να μπει η μονάκριβη αδελφή τους στο χαρέμι και να μολύνει το περήφανο Τζαβελαίϊκο. Ποτέ μα ποτέ δεν σκέφθηκαν ν’ αφήσουν το καμάρι τους να βρεθεί έστω και για μια στιγμή στα χέρια των άπιστων, έστω και να πλήρωναν αυτή την επιθυμία του Αγά τους με αίμα. Που ακούστηκε τέτοιο πράγμα, τα Τζαβελόπουλα να αφήσουν την αδερφή τους.

Έδωκε και πήρε ο Αγάς, έταξε πως μεγάλες τιμές, φοροαπαλλαγές, και ένα σωρό άλλα ταξίματα σε όποιον την έπειθε να έρθει η Κάντω στον οντά του. Όμως ποιος τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο στα ανήμερα θεριά τα Τζαβελόπουλα;

Κάποια αποφράδα κακόημερα, που τα Τζαβελόπουλα έλλειπαν στα λημέρια των Μποζινακαίων[1] στο χωριό Σκληρού Φιγαλείας, η Κάντω η μονάκριβη αδελφή τους βρισκόταν στο χωριό της μαζί με το στερνοπούλι αδελφάκι της τον Βασίλη. Εκείνη την ημέρα οι τουρκαλάδες πλιατσικολόγουσαν από χωριό σε χωριό και αφού την βρήκανε την αρπάξανε και την οδήγησαν στον οντά του πολυχρονεμένου αγά τους. Η Κάντω που το έλεγε η καρδιά της, την στιγμή που αντιλήφθηκε τις προθέσεις των Τούρκων όταν ακόμη ήτανε στο σπίτι της, πρόλαβε και άρπαξε ένα δίκοπο μαχαίρι και το τρούπωσε στον κόρφο της. Όταν την παρουσίασαν στον αγά, αυτός έμεινε έκθαμβος από την ομορφιά της και βάλθηκε να την μολέψει. Αυτή υπερήφανη καθώς ήτανε, στεκότανε μπροστά του σαν αγριόγατα που ήτανε έτοιμη να χώσει τα νύχια της στα μάτια του δυνάστη.  Πριν προλάβει να επιτεθεί μπήκε μέσα η υπηρεσία του αγά και την οδήγησαν πρώτα στα λουτρά του σαραγιού. Η Κάντω κατάλαβε τα σχέδια των και όταν μπήκε στο στον οντά για ν’ αλλάξει την φορεσιά της για να φορέσει την ρόμπα του λουτρού, χωρίς να χάσει την ψυχραιμία της τράβηξε το μαχαίρι της και το έμπηξε βαθιά στα φυλλοκάρδια της. Και τοιουτοτρόπως έβαλε τέλος στην ζωή της προτού την μολέψουν οι άπιστοι.

 

Η δημοτική μούσα και σ’ αυτό το σημαντικό για την εποχή γεγονός δεν έμεινε αμέτοχη. Και αυτή με τον τρόπο της κατέγραψε το δράμα της Κάντως Τζαβέλα.

 

Τζαβελοπούλα περπατεί στην μέση στο παζάρι,

τούρκοι την ποθούν, Ρωμιοί και την ζηλεύουν.

Κι ένας αγάς παλιαγάς, ένας κακός τουρκάκης

την Κάντω την ζήλεψε την θέλει στον οντά του.

Νύχτα στέλνει τον μπιστικό, να πα να την αρπάξη,

κι η Κάντω, ν’ εντροπιάστηκε, ντροπή μεγάλη παίρνει

βάνει το μαχαιράκι της, στο κόρφο της θυκάρι

για να σκοτώσει τον αγά τον τούρκο να ξεκάμει.

 

(Αφήγηση παπά-Αριστείδης Κούκιος & Θεμιστοκλής Βώβος, από χωριό Δέλγα [Πέτρα] Τριφυλίας, Αύγουστος 1984).

 

Τα αδέλφια της σαν έμαθαν τα καθέκαστα, λυπήθηκαν πολύ για τον χαμό της μονάκριβης αδελφής τους όμως τους εξύψωσε το ηθικό και την υπερηφάνεια η ανδρεία της αδελφής των. Όμως το κακό είχε γίνει και έπρεπε σύμφωνα με τους άγραφους νόμους της εποχής εκείνης να πάρουν πίσω το αίμα της αδελφής των. Και  του το φύλαγαν περιμένοντας πότε θα τους δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία να τον ξεκάνουν.

Ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, ο αγάς με την συνοδεία του, όπως συνήθιζε κάθε χρόνο, πήγαινε στο Μαυροματέϊκο πανηγύρι, για να γλεντήσει. Αυτοί στήσανε ενέδρα στην θέση Βάλτα κοντά στον οικισμό Πλατιά ή Μποϊκά, χρησιμοποιώντας για ταμπούρια δυο-τρία εγκαταλειμμένα πετροκάλυβα (αχούρια). Ο αγάς εκτός από την συνοδεία του και τους σωματοφύλακές του, είχε κοντά και καμιά σαρανταριά τσοπανόσκυλα για να τον φυλάνε. Μόλις πλησίασε ο αγάς με την συνοδεία του, οι Τζαβελαίοι με τα παλικάρια τους έκαναν γιουρούσι κατά του αγά και αφού τον σκότωσαν τον έκαναν κομματάκια κρέας και το έριξαν στα σκυλιά του να τον φάνε. Η τοποθεσία που έγινε η ενέδρα και το άγριο φονικό του Αγά, σήμερα λέγεται «Τ’ αγά τ’ αχούρια».

Οι Τούρκοι του Φαναριού μόλις πληροφορηθήκανε τα γεγονότα και τον σκοτωμό του αγά εξαπέλυσαν λυσσαλέες επιθέσεις κατά των Ελλήνων και ιδίως κατά των Τζαβελαίων του χωριού Δραγώγι. Οι Τζαβελαίοι μετά από αυτά τα γεγονότα ένοιωσαν ότι  ο τόπος δεν τους χώραγε πια και έτσι αποφάσισαν να διασκορπισθούν μακριά από τον τόπο τους, για να μην χαθεί η γενιά τους.

Μονάχα ο Βασιλάκης απέμεινε επειδή ήταν βυζανιάρικο ακόμη και δεν μπορούσε ν’ ακολουθήσει. Μια πονόψυχη χανούμισσα τον έκρυψε κι’ έμεινε για πάντα στο Δραγώγι.

Όταν μεγάλωσε αντρειώθηκε και από εκείνον σιγά- σιγά κρατήθηκε η περήφανη Τζαβελαίϊκη γενιά στο Δραγώγι.

Τα πέντε αδέρφια που φύγανε, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, άλλος έσαξε προς την Μεσσηνία, άλλος έφθασε στην Αρκαδία, ένας ακόμη πήγε στην Κόρινθο και ένας κατευθύνθηκε στο Σούλι της Ηπείρου κι από αυτόν θέλει η ιστορία την περιβόητη Τζαβελαίϊκη  γενιά της περιοχής εκείνης.

 

 

 

Ένα έγγραφο οπλαρχηγών, δίνει τις ειδήσεις, ότι Τζαβελαίοι συμμετείχαν ενεργά στην πολιορκία του Λάλα και στην μάχη του Πουσίου, το υπογράφουν και οι Τζαβελαίοι Δημάκης και Μήτρος.

 

«Υποσχόμεθα εμείς οι καπεταναίοι Φαναρίου ότι να έχωμεν τους άνδρας μας έτοιμους εις κάθε καιρόν. Υποσχόμεθα έως της τελευταίας σταλαγματιάς του αίματός μας να διαφεντεύσωμεν αυτήν την συμφωνίαν και να φέρωμεν και τους λοιπούς όπου φέρουν άρματα. Υπόσχονται οι καπεταναίοι να γράψουν στα χωριά να κρατούν παστρικούς λογαριασμούς και να πηγαίνουν όπου διορισθούν μέχρι της αλώσεως του Μορέα και ότι πράγμα ευρίσκεται κινητόν και ακίνητον είναι του Έθνους. Και όποιος παραβή αυτήν την συμφωνίαν να κριθή με το κρίμα του Ιούδα και πρόσωπον Βασιλέως μας να μην ιδή.

Ιουνίου 9, στρατόπεδον Πούσι

Α΄ έτος της ελευθερίας 1821.

 

Καπετάν Δημάκης Τζαβέλλας, Μήτρος Τζαβέλλας …..» 

 

Κατά τον Φωτάκον, κατά την εκστρατείαν κατά του Λάλα στο στρατόπεδο του Πουσίου επήλθε διχόνοια εις το στρατόπεδο των Ολυμπίων, μεταξύ στρατιωτών και ιδιοκτητών για τοπικά των ζητήματα, περί φόρου της δεκάτης, παρασπορίων, διανομής κ.λπ. Η δυσφορία αυτή εκδηλώθηκε, σοβαρά για να καταστεί ζωηρότερη με μεγάλο κίνδυνο να γενικευθεί και να επιφέρει την διάλυση του στρατοπέδου. Περί της διαφωνίας αυτής ομιλούν και οι λαβόντες μέρος σε εκείνη την εκστρατεία. Ευτυχώς που επενέβησαν ο αρχηγός των Ολυμπίων Τζανέτος Χριστόπουλος, ο οποίος θέλοντας να προλάβει την διάλυση, έκαμε το ακόλουθο έγγραφο και τοιουτοτρόπως τους καθησύχασε.

Σ’ αυτήν την συμφωνία μεταξύ άλλων οπλαρχηγών υπογράφει και ο Μήτρος Τζαβέλας.

 

«Υπόσχομαι εις όλους τους καπεταναίους και λοιπούς στρατιώτας της επαρχίας μας κατά την καταγραφήν, όπου θα έχωμεν εις τας χείρας μας ότι το τρίτον να μην το ζητήσωμεν, ει μη μόνον την δεκατίαν και παρασπόρια, και υποσχόμεθα ότι έως της τελευταίας σταλαγματίας του αίματός μας να διαφεντεύσωμεν αυτήν την συμφωνίαν υπόσχονται και οι καπεταναίοι όλοι μετά των στρατιωτών των προς τον Αρχιστράτηγον Κύριον Τζανέτον Χριστόπουλον δια να τον ακολουθούν και υπακούουν εις κάθε του, προσταγήν. Υπόσχομαι ακόμη ότι όχι μόνον δεν έχουν την άδειαν να διώξουν αυτούς που είναι κατατρεγμένοι, αλλά να φέρουν και τους λοιπούς όσοι βαστούν άρματα, και αν ιδούν κανένα Καπετάνιον και διαπαρτισθή από την συμφωνίαν μας οι άλλοι Καπεταναίοι να τον παιδεύουν και να του παίρνουν και το τρίτον και όλο του το πράγμα, επειδή και οι δεκατίαι και παρασπόρια είναι αφεντικά τα οποία μέλλουν να φάνε οι στρατιώτες, εάν δεν εξαρκέσουν δια να φάγουν. Συμφώνως οι καπεταναίοι με τον Αρχιστράτηγον θέλει ομιλούν και θέλει εύρουν το μονασίπικον δια να δώση έκαστος κατά την δύναμίν του, όποιος δε χαριζόμενος ήθελε δώσει τρίτον να παιδεύηται από τους λοιπούς και από τον Αρχιστράτηγον. Όθεν δι’ ασφάλειαν και των δύο μερών έγιναν δύο όμοια και εδόθη από ένα σε κάθε μέρος. Υπόσχονται προς τοις άλλοις οι Καπεταναίοι δια να γράψουν εις τα χωριά τους να βαστούν λογαριασμόν παστρικόν των δεκατιών και παρασπορίων και να πηγαίνουν όπου διορισθούν από τον Αρχιστράτηγον και ότι πρέζες ήθελον κάμουν να τας μοιράζουν εξίσου όλοι οι στρατιώται μέχρι της αλώσεως του Μορέως και ότι πράγμα ευρίσκεται τουρκικόν εις την επαρχίαν μας κινητόν και ακίνητον να το μοιράζουν όλοι οι στρατιώται και όποιος παραβή αυτήν την συμφωνίαν, να κριθή μετά του προδότου Ιούδα και πρόσωπον Βασιλέως μας να μην ιδή, και ούτως υποσχόμεθα.

 

Ιουνίου 9 Στρατόπεδον Πούσι- περί το Λάλα- 1821 πρώτον έτος ελευθερίας.

υπογραφαί

Δημήτριος Πρωτόπαπας, Μήτρος Τζαβέλας, Καπ. Π. Λυμπερόπουλος, Γιάννης Αμπελιανίτης, Αγγελής, Καπ. Γιαν. Δρακόπουλος, Μιχάλης, Γεώργης Βεργής, Γιάννης Θανούλας, Δημήτρ. Καράμπελας, Αδάμ Δημητρακόπουλος, Χριστ. Δελδιώτης, Γιάννης Γκούτης, Αναστ. Τζάπρος, Γιαν. Μπιζιμπαρδιώτης, Λάμπρος Ληνιστιάνος, Γιωργάκη Παλαλιώτη, Γιωργάκη Σκλάβος, Δημήτριος Δεληγιαννόπουλος, υπόσχομαι τούτων 

 

Επίσης ο Δήμος Τζαβέλας συμμετείχε και στην μάχη των Δερβενακίων κατά του Μαχμούτ Πασά Δράμαλη.

 

(Ποιος είναι εκείνος πού ’ρχεται…)

 

-Ποιος είναι κεινος πού ’ρχεται στα Μέγαρα στον κάμπο;

-Δήμος Τζαβέλας έρχεται με ούλο του τ’ ασκέρι.

Φέρνει τους χίλιους τσάμηδες, τους χίλιους Δραγωγίτες.

Κολοκοτρώνης φώναξε και στον Τζαβέλα κράζει:

-Στήστε ταμπούρια δυνατά, βάλτε την δύναμή σας

να καρτερέστε την τουρκιά, του Δράμαλη τ’ασκέρι.

 

Ακόμη ο Δημάκης, έλαβε μέρος και σε μάχες κατά του Ιμπραήμ Πασά. Σε μια επιστολή προς τον Δημητράκη Πλαπούτα, συνυπογράφει με τους υπόλοιπους καπεταναίους της επαρχίας Φαναρίου:

«Γενναιότατε Στρατηγέ, αδελφικώς ασπάζομαι. Με τον ανεψιόν τον κύρ Φώτην ελάβομεν το αδελφικόν σας. Είδομεν τα όσα μας γράφεις και δια στόματος μας ωμίλησεν ο κύρ Φώτης και επληροφορήθημεν την καλήν σου προαίρεσιν δια το κοινόν όφελος της Πατρίδος και δια να σβύση ο εμφύλιος πόλεμος των δύο κομμάτων αντιφερομένων.

Αδελφέ και ημείς αυτό αγαπώμεν και επιθυμώμεν και αμέσως εγράψαμεν εις Αρκαδίαν, ομοίως και εις Ανδρούσαν του Καπετάν Πέτροβα, όπου και αυτοί να κινηθούν εις αυτό το καλόν έργον και ελπίζομεν να κινηθούν και αυτοί μάλιστα ο καπετάν Πέτροβας, μας γράφει ότι είναι έτοιμοι…. συμφώνως όλες οι επαρχίες να κάμουν να κοιτάζωμεν δια το όφελος της Πατρίδας…. οπόταν γίνετε έτοιμος η γενναιότης σου ειδέασε μας και εμάς να κινηθώμεν όθεν κάμνει χρέος και μένομεν με το αδελφικόν σέβας.

Οι Αδελφοί σου:

Δημάκης Τζαβέλλας και λοιποί καπεταναίοι Φαναρίου.

Ανδρίτσαινα 1824

Τω γενναιοτάτω στρατηγώ Δημητράκη Πλαπούτα. Παλούμπα».

 

 

Αριστεία Τζαβελλαίων:

 

Ό βασιλιάς Όθωνας το έτος 1844, τίμησε τον Δημάκη Τζαβέλα, για την προσφορά του στο ένοπλο αγώνα για την απελευθέρωση της Πατρίδας:

 

«Αριθμός 7164. Βασίλειον Της Ελλάδος.

Το Υπουργείον Στρατιωτικών προς τον κ. Δημάκην Τζαβέλλαν.

Η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς, ηυδόκησε να εγκρίνη να δοθή κατά συνέπειαν των της 20 Μαΐου 1 Ιουνίου και 8/30 Σεπτεμβρίου 1835 διαταγμάτων εις τον κ. Δημάκην Τζαβέλλαν, το αργυρούν νομισματόσημον δι’ ανταμοιβήν των κατά των υπέρ ανεξαρτησίας πόλεμον εκδουλεύσεων και χορηγεί εις αυτόν την άδειαν να το φέρη εις πάσαν περίπτωσιν.

Αθήναι τη 24 Απριλίου 1844

Ο Υπουργός

(Τ.Σ.) Π. ΡΟΪΛΟΣ

Περί «απονομής αριστείων του αγώνος».

 

1.Τζαβέλης Δημήτριος, Δραγώγι Ολυμπίας (Αρχείο Αγωνιστών). Χαρακτηρίσθηκε Αξιωματικός ΣΤ΄ Τάξεως με αριθμόν Α.Μ. 1580. Υπό τον Τζανέτο Χριστόπουλον. Είχε στρατιώτες υπό την οδηγίαν του. Συμμετείχε σε μάχες και πολιορκίες Λάλα, Πουσίου, Τρικόρφων, Γράνας, Τριπόλεως, Ναυπλίου, Κορίνθου και Αθηνών του 1827 υπό τον Γεώργιον Καραϊσκάκην. Έγινε Λοχαγός της Β΄ Φάλλαγγος.

 

2.Τζαβέλης Δήμος (Δημάκης), από το Δραγώγι Φιγαλείας, τιμήθηκε από την Πατρίδα με Αργυρό Αριστείον, με αρ. Φ. 281.

3.Τζαβέλης Τάσος, από το Δραγώγι Φιγαλείας, τιμήθηκε από την Πατρίδα με Σιδηρούν Αριστείον  με αρ. Φ. 239.

 

Πηγές:

(- Α. Γρηγοριάδου, «Ιστορικαί Αλήθειαι».

- Αγησίλαος Τσέλαλης, «Οι φτωχοί Άγιοι», περιοδικό Πελοποννησιακά Φύλλα.

- Γιάννης Φλάσιος, «Οι Τζαβελλαίοι του Μοριά», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1960.

- Χρήστος Γιαννόπουλος, «Τζαβέλλας και Τζαβελλαίοι», μονογραφία.

- Κωνσταντίνος Γρηγορίου Κυριακόπουλος, «Ο Πύργος και η Ηλεία στην επανάσταση και στα χρόνια του Καποδίστρια», Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση Ηλείας, 2003).

 



[1] Απόγονος των Μποζινακαίων ήταν και ο Μποζινάκης Γεωργάκης του Νικολάου, από το Σκληρού Ολυμπίας, ο οποίος έλαβε Χάλκινο Αριστείο. Πιστοποιητικό Ν. Ζαριφόπουλου. Είχε υπό τις οδηγίες του στρατιώτες και συμμετείχε στον αγώνα στις μάχες πολιορκίες Καρύταινας, Τρίπολης, Πατρών, επίσης κατά του Δράμαλη και του Ιμπραήμ πασά.

Επίσης ο Μποζινάκης Αδάμης, από το Φανάρι Ολυμπίας, έλαβε Σιδηρούν Αριστείον Φ. 259

Εκτύπωση