ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΜΠΟΥΚΟΒΙΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΑΛΑΜΠΡΕΖΑΣ

Γονική Κατηγορία: Παράδοση Λαογραφικές ιστορίες Εμφανίσεις: 108149

Καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

Σε κάθε τόπο και σε κάθε χωριό παλαιά λέγανε ότι τρυγύριζαν τα στοιχειά. Ευτούνα τα στοιχειά, άλλες φορές τρώγανε τον κόσμο και άλλες φορές τον φυλάγανε. Στο χωριό Παλιομπουκοβίνα λέγανε ότι το στοιχειό τους ήτανε ένα αστεράτο* δαμάλι που πολέμαγε με μια λιάρα αγελάδα από την Χαλαμπρέζα, στην βρύση του χωριού. Λέγανε ότι άμα νικηθεί το ένα από τα δυο θεριά, τότενες θα χαθεί ούλο το χωριό του.

Πρώτα μολογάγανε ότι ζυγαρώνανε (μαρκαλιόσαντε) με το δαμάλι, και μετά το ζευγάρωμα μαλώνανε και άμα νίκαγε το αστεράτο δαμάλι που ήτανε από ξένο χωριό τότενες θα χανότανε η Χαλαμπρέζα, ενώ άμα νίκαγε η λιάρα αγελάδα, τότενες θα χανότανε η Παλιομπουκοβίνα.

Η λιάρα αγελάδα της Χαλαμπρέζας νόησε ότι δεν δυνώτανε να τα βγάλει πέρα με το τρανύτερο αστεράτο δαμάλι της Παλιομπουκοβίνας και μια μέρα εκεί που βόσκαγε στο χωράφι καποιανού Χαλαμπρεζαίου, που τόνε λέγανε παρατσούκλι Ζούδιαρη, γιατί ευτούνος τις νύχτες και το καταμεσήμερο το Καλοκαίρι, λέγανε τάχατις ότι πάλευε με τα στοιχειά. Εκεί τόνε βρήκε η λιάρα αγελάδα και μεταμορφώθηκε σε άνθρωπο και του είπε.

Αύριο το μεσάνυχτα που το φεγγάρι θα είναι ολάκερο τεψί, να ’ρθεις στην βρύση, γιατί εκεί θα παλέψω με το αστεράτο δαμάλι. Θα πας πιο γλήγορα και θα κρυφτείς απάνου στον πλάτανο με το ντουφέκι σου, και δεν θα σαλέψεις ρούπι, αλλά ούτενες θα βγάλεις τσιμουδιά, προτού σου μιλήσει εκείνο και άμα ιδείς ότι με νικάει, σημάδεψέ το με το ζερβί σου χέρι στο να του ρίξεις ένα σμπάρο στο ζερβό του μάτι και άμα σου ειπεί ρίξε και άλλη μια τότενες εσύ θα του ειπείς, μια φορά γεννήθηκα, μια βαφτίστηκα και μια φορά θα πεθάνω. Κι άμα σου ξανά ειπεί ρίξε κι άλλο, εσύ θα του ειπείς μια φορά έριξα μια και καλή και τίποτις άλλο.

Έτσι και έγινε, ταχειά την άλλη μέρα το βράδυ ετοιμάστηκε ο Ζούδιαρης πήρε την μπιστόλα του την γιόμισε με τρανό βόλι και κίνησε αμίλητος για την βρύση. Μόλις έφτασε χάμου στην βρύση τήραξε τρογύρω του μην ιδεί τίποτα και αφού δεν σάλευε φύλλο, σκαρφάλωσε απάνου στον πλάτανο. Εκειά απάνου βρήκε μια θέση μεριά και έκατσε εδεκεί και περίμενε για να βγάλει το άχτι του. Τα μεσάνυχτα μόλις το φεγγάρι φογγοβόλαγε σαν ημέρα αγκουρμάστηκε κάτι πατήματα μέσα στα κλαριά και τηράει πέρα δώθε και βλέπει την λιάρα αγελάδα της Χαλαμπρέζας να ζυγώνει κοντά στην βρύση. Να σου και το αστεράτο δαμάλι εκεί μυριστήκανε τα δυο τους και αρχίσανε να μαρκαλιώνται αναμεταξύ τους κανά δυο τρεις φορές. Μόλις έσωσε ο μάρκαλος, τότενες το αστεράτο δαμάλι αγρίεψε απότομα και άρχισε να μουγκρίζει άγρια και με δαγκωματιές βούτηξε απάνου στην λιάρα αγελάδα, να την σκοτώσει. Εκείνη μούγκρισε άγρια και άρχισε να το δαγκώνει του λόγου της και να το κλωτσάει με τα πισινά ποδάρια της. Κάνανε τέτοιο τρανό πόλεμο, που σιώτανε ούλος ο τόπος. Αφού πολεμήξανε κάμποσο, για λίγο τότενες μεταμορφωθήκανε σε σκυλιά και τρωγόσαντε σαν λυσσασμένα και μετά αφού δεν νίκησε κανένα, τότενες πάλενες μεταμορφωθήκανε σε αγελάδια. Ο Ζούδιαρης, εκεί απάνου στον πλάτανο, ασάλευτος από τον φόβο και περιέργεια, είδε ότι το αστεράτο δαμάλι, σε κάποια στιγμή, ότι νίκαγε την λιάρα αγελάδα, γιατί την είχε γονατίσει χάμου και τήραγε με τα τσέπια του να την ξεκοιλιάσει. Τότενες αυτός κατάλαβε ότι ήρθε η στιγμή να σκοτώσει το αστεράτο δαμάλι, σημαδεύει στο ζερβί μάτι με το ζερβί του χέρι και μπαμ ένα σπάρο. Αντιλάλησε ούλος ο τόπος μέσα στην νυχτιά και βλέπει το αστεράτο δαμάλι να βγάνει ένα μουγκρητό και να πέφτει χάμου. Το δαμάλι εκεί σπαρτάραγε από τον πόνο, σε μια στιγμή σταμάτησε τηράει απάνου στον πλάτανο και λέει στον Ζούδιαρη, να ρίξει άλλη μια να το ξεκάνει γιατί δεν θέλει να γυρίσει ξοπίσω μ’ ένα μάτι, γιατί θα του μολογάνε ότι νικήθηκε από την λιάρα αγελάδα. Ο Ζούδιαρης τότενες απολογήθηκε μια φορά γεννήθηκα, μια βαφτίστηκα και μια θα πεθάνω. Και του ξαναλέει το στοιχειό ρίξε κι άλλη.

-Μια φορά έριξα μια και καλή, του είπε ο Ζούδιαρης.

-Άντε χαλάλι σου! του λέει το στοιχειό και έκανε κείθενες κατά την Παλιομπουκοβίνα. Δεν πρόκανε να όμως φτάσει στην Παλιομπουκοβίνα, έπεσε και ψόφησε μέσα στην κάπελη. Κι από τότενες στο χωριό έπεσε τρανή αρρώστια και ρήμωσε από τον κόσμο και φύγανε ούλοι και πήγανε ούλοι στην νέα Μπουκοβίνα, εκεί που είναι σήμερα και την λένε Αγιά Τριάδα.

Εκείνο το βράδυ, είχε θολώσει το νερό από το πάλεμα των στοιχειών, και για εννιά ημέρες η βρύση έβγανε κόκκινο νερό ίδιο σαν το αίμα. Μετά καθάρισε το νερό και το στοιχειό, το αστεράτο δαμάλι δεν ξαναγύρισε στο χωριό. Ούτενες η αγελάδα εφάνηκε, λέγανε ότι η αγελάδα ήτανε ο Αγιάννης που μεταμορφώθηκε σε αγελάδα για να διώξει μια για πάντα το στοιχειό από τον τόπο τους, που έτρωγε τους ανθρώπους της Χαλαμπρέζας!

*Aστεράτο λέγεται αυτό που είχε ένα μπαλιάδι στο κούτελο

Εκτύπωση