Λέξεις με κατάληξη –ουνι

Γονική Κατηγορία: Παράδοση Γλωσσάρι Εμφανίσεις: 14437

Στο πόνημα αυτό προσπάθησα να εντοπίσω λέξεις που καθημερινώς ακούγονται στην διάλεκτό μας, που συνήθως προέρχονται από την γλώσσα διαφόρων φυλών, που κατά καιρούς πέρασαν από την πατρίδα μας και άφησαν τις ρίζες τους όπου ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούνται στο καθημερινό γλωσσάρι μας.

Εδώ παραθέτουμε λέξεις από το γλωσσάρι μας, μ' ένα πλήθος ουδετέρων ονομάτων με την κατάληξη εις –ουνι. Επί το πλείστον οι περισσότερες από αυτές τις λέξεις δεν έχουν Ελληνική ρίζα.

Ασπροβούνι, το = λέγεται συνήθως η χιονισμένη βουνοκορφή που δεν λειώνει ποτέ το χιόνι.

Βλαχούνι, το = ονομασία τσοπανόπουλου στην πόλη.

Βουνί, το = το μικρό βουνό, τοπ. στην Πέρσαινα Ηλείας.

Βρουχούνι, το = (τουρκ.) ολόπαχος, (φρ. ...έγινε βρουχούνι).

Γαρούνι, το = παλιός οικισμός στην Αρκαδία.

Γερακοβούνι, το = παλιός οικισμός στην Αρκαδία.

Γκουγκούνι, το = τοπ. στην Πέρσαινα Ηλείας.

Γουρούνι, το = ο χοίρος, (μτφ.) ο ακάθαρτος άνθρωπος, ο ανάγωγος, ο αναιδής ο χυδαίος.

Δαγκούνι, το = η μικρή δαγκάνα.

Δεχούνι, το = χωριό της Αχαΐας.

Διαβολογούνι, το = ιδιωμ. το γυναικείο αιδοίο.

Διγούνι, το = η διπλή γούνα.

Διχούνι, το = διπλή χούνη.

Δρακοβούνι, το = χωριό της Γορτυνίας.

Ζατούνι, το = τοπ. στο Λαντζόϊ Ηλείας.

Ζητούνι, το = (τουρκ.) ο ελαιόκαρπος, η πόλη Λαμία επί τουρκοκρατίας.

Ζιπούνι, ή ζιμπούνι, το = είδος επενδυτή, όμοιο προς γιλέκο μετά χειριδών.

Ζουζούνι, το = ιδιωμ. το έντομο.

Ζούνι, το = ιδιωμ. το γουρούνι, ο χοίρος.

Ημεροβούνι, το = το βατό βουνό, χωρίς πέτρες και βράχια.

Θεοβούνι, το = το μεγάλο λιθάρι.

Κακαρούνι, το = μικρή κακαρέντζα, συνήθως κόπρανο τρωκτικών.

Κακοβούνι, το = το αδιαπέραστο και βραχώδες βουνό.

Κακοταροβούνι, το = το βουνό επάνω από το χωριό Κακοτάρι Ηλείας.

Κακοχούνι, το = χούνη που παραδοσιακά λένε ότι κρατάει φαντάσματα.

Καπερούνι, το = ο σκούφος, γενικά το κάλυμμα της κεφαλής.

Καραχούνι, το = (τουρκ.) ονομασία του γυναικείου αιδοίου επί τουρκοκρατίας.

Καρβούνι, = χωριό της Αρκαδίας.

Κιούνι, το = τεράστιος σωλήνας γεφυριών.

Κλαπατσούνι, το = (τουρκ.) το αναιδέστατο παιδί.

Κλεισούνι, το = το στενό πέρασμα, το φαράγγι.

Κουμούνι, το = ονομασία των Κουμουνιστών.

Κοντοβούνι, το = το κοντό βουνό, Κοντοβούνια (βουνό της Μεσσηνίας).

Κοντογούνι, το = καπλαντισμένο κοντό μεταξωτό γυναικείο επανωφόρι.

Κορφοβούνι, το = η κορυφή του βουνού, κοιν. η τσίμα.

Κουδούνι, το = ο μικρός κώδων, επί δυσφημιζόμενου ατόμου, φρ. (του κρεμάσανε κουδούνια).

Κουρούνι, το = ο νεοσσός της Κουρούνας, (ιδιωμ. κουρούνης = ακαμάτης, φτωχός).

Κουσκούνι, κωλοσκούνι, κοσγκούνι, το = το μπαλντίμι, το πλατύ λουρί που βαστάει το σαμάρι και περνά κάτω από την ουρά του ζώου, (φρ. ...του κοπήκαν τα κουσκούνια).

Κουτσογούνι, το = είδος γουναρικής από δέρμα ζώου σαμούρι δηλαδή ικτίδες.

Κουτσούνι, το = το φυτό Σκύλλα η Παράλιος, ο κώνος του αραβοσίτου, ιδιωμ. το μικρό ανδρικό πέος, δέμα νήματος.

Κουφοβούνι, το = το βουνό που αποτελείται από πολλά σπήλαια.

Κρυβομούνι, το = το κάτω γυναικείο εσώρουχο.

Κωλομούνι, το = μετ. η κοντινή απόσταση, (φρ. ...ένα κωλομούνι δρόμος είναι).

Λαγοβούνι, το = χωριό των Καλαβρύτων.

Λαλαούνι, το = η λαϊκή βουή, φωνή λαού.

Λαλούνι, το = το ξύλινο τσόκαρο.

Λαπούνι, το = το λίπος, τα περιττά κιλά, κοιν. η λαπούρα.

Λατσούνι, το = το κλαδί ελάτου.

Ληψούνι, το = (σλαυβ.) τοποθεσία στο χωριό Κακοτάρι Ηλείας.

Λιθοβούνι, το = το Πετροβούνι.

Λισβούνι, το = (σλαυβ.) το μικροκαμωμένο, (φρ. ...έγινε λισβούνι, η είναι λισβούλι).

Λούνι, το = η λάσπη που σχηματίζεται στον πυθμένα του σταμνιού, το κατακάθι.

Λυκούνι, το = η καταστροφή, η φτώχεια, φτωχή πολυμελή οικογένεια, (φρ. ...βρήκε ένα σπίτι λυκούνι), παραγ. λυκουνιά = φτώχεια.

Μακρυγούνι, το = γυναικεία γούνα μέχρι τα παπούτσια.

Μαμούνι, το = το μαμούδι, το μικρό ζωύφιο.

Μανασούνι, το = (σλαυβ.) τρόπος εξοικονόμησης.

Μανιαμούνι, το = το παιδί που εξαρτάται από την μητέρα του, (φρ. ...αυτό είναι μανιαμούνικο).

Μαντζιούνι, το = λαϊκό η παρασκεύασμα για την θεραπεία διαφόρων παθήσεων.

Μαντζούνι, το = το γλειφιτζούρι.

Μαρμιτούνι, το = υπηρέτης μαγειρείου.

Μαυροβούνι, το = το μαύρο βουνό (Μαύρα Βουνά Αχαΐας), Μαυροβούνιο = κρατίδιο της πρώην Γιουγκοσλαβίας.

Μελεούνι, το = τα αμέτρητα.

Μεσοβούνι, το = τοποθεσία στο χωριό Τσίπιανα Ηλείας,

Μιλιούνι, το = το εκατομμύριο.

Μουνί, το = το γυναικείο αιδοίο. Παράγωγα αυτού όπως: στρ...νι, γαρ...νι, πλ...νι, γλ...νι, μαυ...νι, βρ...νι, τρα...νι, κον...νι, τσ....νι, τρι...νι, κ.λπ.

Μουτσούνι, το = το ασχημομούρικο.

Μουφλιούνι, το = μέρος του γουναρικού δέρματος.

Μπαλκούμι, το = το φτύσιμο της μύξας από το στόμα. Θεωρείται αηδιαστικό και χυδαίο και χαρακτηρίζει ανάγωγα άτομα.

Μπαρμπούνι, το = το ψάρι τρίγλη.

Μπαστούνι, το = ράβδος, βακτηρία, μια από τις τέσσερις φυλές των χαρτοπαιγνίων, (παροιμ. Δυο άκρες έχει το μπαστούνι, μια του μουσαφίρη και μια του νοικοκύρη), τοπ. στην Ρετεντού Ηλείας.

Μπελούνι, το = (τουρκ.) η φασαρία, ο μπελάς, η ανακατοσούρα.

Μπλατσούνι, το = το παιχνίδι των μικρών παιδιών με τα νερά κατά την θερινή περίοδο.

Μπουγούνι, το = ο μπόγος, ο σωρός.

Μπουκούνι, το = (σλαυβ.) το παραφορτωμένο, αυτός που γεμίζει το στόμα του με αμάσητο φαγητό, (φρ. ...το πάει μπουκούνι).

Μπουμπούνι, το = τα αστραπόβροντα, (φρ. ...έπιασε κακό μπουμπούνι).

Μπουρούνι, το = μικρό υδρόβιο της λίμνης Καστοριάς.

Μπουχούνι, το = (τουρκ.) το κτύπημα με το χέρι στην πλάτη, τοπ. στην Φρίξα Ηλείας.

Μπροστομούνι, το = (ιδιωμ.) η ποδιά της οικοκυράς.

Ντουζούνι, το = η αρμονία.

Ντούνι, το = η καλή στιγμή, (φρ. ...είναι στα ντούνια του).

Ξεροβούνι, το = το βουνό που δεν έχει καμιά πηγή, βουνό χωρίς χλωρίδα.

Ξερομούνι, το = η ερωτική πράξη με πληρωμή.

Ξύβουνι, το = (σλαυβ.) βουνό με αιχμηρή κορυφή, πρώην οικισμός με κάστρο στο χωριό Τσίπιανα Ηλείας. Λέγεται και κάστρο της Οχιάς.

Παπαρούνι, το = είδος μικρής παπαρούνας, φύεται συνήθως σε σκιερά μέρη, τόπος γεμάτος παπαρούνες.

Παραβούνι, το = μικρός λόφος στην άκρη του βουνού.

Παραμούνι, το = παλιά το παιδί της πόρνης, ο βοηθός της εκδιδομένης γυναικός.

Πατσούνι, το = αρωματικό αιθέριο έλαιον, παράγεται στην Κίνα.

Πετροβούνι, το = βουνό χωρίς χώμα, βουνό με πέτρες, τοποθεσία στα Αγράμπελα Ηλείας.

Πηγούνι, το = ο πώγων, το εξέχων μέρος της κάτω σιαγόνας.

Πιρούνι, το = η περόνη του φαγητού.

Πισωβούνι, το = όπισθεν του βουνού.

Πιτσούνι, το = το πτηνό περιστέρι.

Πλυσούνι, το = το πλυσταριό.

Πορτοβούνι, το = το βουνό Σκόλλις, ή Σανταμεριάνικο.

Ραμαβούνι, το = βουνό στην Μεσσηνία (τόπος γέννησης Θεοδώρου Κολοκοτρώνη).

Ραπούνι, το = τοποθεσία στο Μαίναλο, μεταξύ Στεμνίτσας και Χρυσοβιτσίου, κοντά στην τοποθεσία Έλατος του Τσιαλντή. Κρησφύγετο των Κολοκοτρωναίων.

Ρεκούνι, το = (σλαυβ.) χωριό της Αρκαδίας, σήμερα Λευκοχώρι (το Ρεκούνι φημίζονταν για τους επαγγελματίες διακονιαραίους).

Ρετούνι, το = οικισμός στην Βουπρασία Ηλείας.

Ριζοβούνι, το = η ρίζα του βουνού.

Ρουθούνι, το = ο ρώθων, ο μυκτήρ, η μύτη.

Ρουξούνι, το = συνδετήρας βιομηχανικών εργαλείων.

Σαλαγούνι, το = (τουρκ.) γουναρικά χαλιά στρωμένα στην σάλα.

Σαλιογούνι, το = το πανί που μάζευαν τα σάλια των γερόντων ή των μικρών παιδιών, η σαλιάρα.

Σαλτσούνι, το = (τουρκ.) περίφημο ιδιότυπο αλλαντικό της βόρειας Ελλάδας.

Σαπούνι, το = ο σάπων.

Σεργούνι, το = (τουρκ.) η πομπή, ο εξευτελισμός.

Σιγούνι, το = ο μάλλινος επενδυτής των χωρικών, ιδίως των γυναικών, χωριό της Αχαΐας

Σιλβογούνι, το = γουναρικό καμωμένο από δέρμα Καναδέζικης Αλεπούς.

Σιφούνι, το = ο αυλός του υδρόμυλου όπου ρέει το νερό και κινεί την πτερωτή.

Σκαλούνι, το = το σκαλοπάτι.

Σκαλτσούνι, το = (τουρκ.) η κοντή κάλτσα.

Σκλαβούνι, το = το ανήλικο σκλαβόπουλο.

Σκιαδοβούνι, το = το βουνό επάνω από το χωριό Σκιαδά Αχαΐας.

Σκλεπούνι, το = (σλαυβ.) πλήθος από φτερωτά μυρμήγκια.

Σκουφούνι, το = το μικρό σκουφί, το καπελάκι, επίσης σκουφούνι λέγεται τα ανεπτυγμένα πούπουλα στο κεφάλι ορνιθοειδών, που ομοιάζουν σαν καπέλο.

Σπιγκούνι, το = (τουρκ.) η συκοφαντία. (φρ. ...έπεσε μεγάλο σπιγκούνι).

Σπιρούνι, το = ο πτερνιστήρας, ο εγκεντριστήρας.

Στρούνι, το = η διπλοστριμένη κλωστή αλιευτικής χρήσης.

Τακούνι, το = το υψηλότερο πίσω τμήμα του πατήματος των υποδημάτων.

Ταμπούνι, το = (τουρκ.) το πρησμένο πέλμα του ποδιού, το κρύωμα, (φρ. έγινε ταμπούνι, είμαι ταμπούνι).

Ταρακούνι, το = ο σεισμός, μτφ. απρόοπτο γεγονός, συμφορά, (φρ. ...έφαγα τέτοιο ταρακούνι).

Τζούνι, το = χαϊδευτικά το γουρούνι.

Τουτούνι, το = (σλαυβ.) το φαγητό που καίγονταν και γινόταν κάρβουνο.

Τριχούνι, το = (ιδιωμ.) το γυναικείο αιδοίο.

Τσαπικούνι, το = (σλαυβ.) το καινούριο μικρό σκαλιστήρι, (ιδιωμ.) το τσαχπίνικο.

Τσαπούνι, το = το φυτό ακανθολείμων ο εχίνος.

Τσερεβούνι, το = (σλαυβ.) μικρή πεδιάδα ανάμεσα σε δυο βουνά, τοποθεσία στο χωριό Κακοτάρι Ηλείας.

Τσερεγκούνι, το = (σλαυβ.) μικρή πεδιάδα ανάμεσα σε δυο βουνά, χωριό της Κορινθίας.

Τσιαπκούνι, το = το διεφθαρμένο παιδί.

Τσιγγούνι, το = το μικρό απόβαρο που έβαζαν οι έμποροι κάτω από την ζυγαριά για να κλέβουν τον πελάτη.

Τσιπούνι, το = το ζιπούνι, το φέσι.

Τσουνί, το = ο μίσχος, το κοτσάνι.

Τσούνι, το = έκαστο από τα κορυνοειδή κομμάτια ξύλου τα οποία χρησιμοποιούνται για το παιχνίδι τσούνια.

Τσουτσούνι, το = το μικρό πέος, ο μαθητευόμενος άνθρωπος.

Φλουσκούνι, το = ή αγριόδυοσμος, το ζουμί του είναι καλό για το άσθμα και τον κοκίτη, επίσης για τον λόξυγκα, άμα το ανακατέψουμε με λίγο ξύδι είναι καλό και για τα αρθριτικά.

Φυσούνι, το = το φυσερό, το εργαλείο διάχυσης θείου (θειάφι).

Χαλκούνι, το = παλιό χάλκινο νόμισμα.

Χούνι, το = (τουρκ.) η στενοποριά, η λαγκαδιά, στενό και κλειστό πέρασμα.

Χωματοβούνι, το = βουνό από καθαρό χώμα.

 

0
...
γραμμένο απο ΛΟΓΙΟΣ , Ιούνιος 07, 2011 
ΚΥΡΙΕ ΤΟΥΤΟΥΝΗ ΚΑΙ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΕ, ΣΥΓΧΑΡΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΩΡΑΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΤΥΠΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΑΣ. ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΝΕΤΕ ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ. ΩΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ ΣΑΣ ΔΙΝΩ ΤΑ ΑΤΥΠΑ ΣΥΓΧΑΡΤΗΡΙΑ, ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΣΑΣ ΑΠΟΔΩΣΕΙ ΕΠΙΣΗΜΑ Η ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ. ΑΘΗΘΕΙΑ ΕΧΕΤΕ ΕΛΘΕΙ Σ' ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΜΟΥ; ΑΝ ΟΧΙ, ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΘΕΙΤΕ ΣΑΣ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΤΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΑΛΟΓΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ. 
ΣΑΣ ΕΥΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΚΑΙ ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΙ ΚΑΛΟ ΚΟΥΡΑΓΙΟ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ.
 
report abuse
vote down
vote up
Votes: +0

 

Εκτύπωση