«Ο επερχόμενος χαμός του δρυοδάσους της Φολόης»

Γονική Κατηγορία: Διάφορα Πανίδα-χλωρίδα Εμφανίσεις: 6992

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΕΡΥΜΑΝΘΟΥ - ΦΟΛΟΗΣ

«ΩΛΟΝΟΣ»

«Ο επερχόμενος χαμός του δρυοδάσους της Φολόης»

Απόσπασμα από το άρθρο του Χρήστου Διον. Μαρκόπουλου, περιοδικό Φολόη (τεύχος 64)

«Το δάσος το δικό μας, η Κάπελη, αντιστέκεται ακόμα, πλην κουτσουρεμένη.

Η πλειοψηφία των οικούντων στο Φολοήτικο Οροπέδιο μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ποτέ της δεν έβαλε στο νου της να ξεκάμει το δάσος. Είχαν όμως οι κάτοικοί του απόλυτη ανάγκη το ξύλο της βελανιδιάς, να φτιάχνουν δηλαδή τα σύνεργα της κτηνοτροφικής, της γεωργικής, της αμπελουργικής, της νοικοκυρικής. Για να κάνουν περιφράξεις, να κατασκευάζουν και να επισκευάζουν τις σκεπές των σπιτιών, των σχολείων, των εκκλησιών και των νερόμυλων. Να κατασκευάζουν και να επισκευάζουν τα γιοφύρια τους. Να ταΐζουν τη φωτιά της εστίας οι νοικοκυρές και οι αγραυλούντες ποιμένες να ανάβουν πύρες να ζεσταίνονται τον καιρό της παγωνιάς και του χιονιά. Έτσι μπαίνανε στο δάσος και κόβανε τόσες βελανιδιές μόνο, όσες χρειάζονταν, για να καλύπτουν απόλυτες ανάγκες, που πιο πάνω αναφέρονται κι όχι για εμπόριο, για πλουτισμό. Έτσι το δάσος δεν κινδύνευε.

Όμως ήρθε ο καιρός και τα πράματα αλλάξανε. Μεταπολεμικά και μετεμφυλιακά κάμανε την εμφάνισή τους φορτηγά αυτοκίνητα, τραχτέρια, μπολντόζες και τα φοβερά αλυσοπρίονα. Μπήκε σε μερικούς το δαιμόνιο του εύκολου πλουτισμού και με την συνέργεια των τρομερών μηχανημάτων και των κινητών τηλεφώνων και με την ανοχή και κάλυψη των δασοφυλάκων, των δασοκόμων, των δασονόμων, των δασαρχαίων και των χωροφυλάκων και άλλων παραγόντων, μιας ολόκληρης δηλαδή καλά οργανωμένης μαφίας, βαλθήκανε να κουρσέψουν το μοναδικό σε κάλλος δρυοδάσος της Φολόης. Για να καλύψουν τη ρεμούλα, βρήκανε το κόλπο της αραίωσης. Λες και δεν ξέρει το δάσος τι πρέπει να κάμει, για να ζήσει και να αναπτυχθεί.

Από τότε που άρχισε να γίνεται η κούρσεψη αυτού του δάσους, χάλασε η αρμονία, που υπήρχε σ' αυτό. Η πλούσια πανίδα, που υπήρχε στα παλιά, δεν υπάρχει πια. Ο προστάτης του δάσους, ο δρυοκολάπτης, το όμορφο αυτό πουλί με το κρεμεζί χρώμα και το δυνατό ραμφί –η Τσιλιγκράδα- δεν πετάει πια στο δάσος. Τι να φάει; Σκούληκες και μέρμηγκες δεν υπάρχουν πια. Στη θέση τους όμως μείνανε κάτι μεγάλοι σκούληκες, που με τα φοβερά αλυσοπρίονα κόβουν και κομματιάζουν λεβεντόκορμες και υψίκορμες βελανιδιές και με πολυαξονικά θεριά κομματιασμένες, τις μεταφέρουν σε άλλα μέρη και σ' άλλους τόπους και τις μοσχοπουλούν.

Οι ντόπιοι κάτοικοι βλέπουν το κακό που γίνεται. Διαμαρτύρονται. Όμως κανείς δεν τους ακούει. Μόνο που τον μπελά τους βρίσκουν. Τους φοβερίζουν οι ένοχοι μη και τολμήσουν να κόψουν κανένα ξερόδεντρο να το ρίξουν στη φωτιά, να ζεσταθούν τη βαρυχειμωνιά.

Κατηγορούμε δασαρχαίους, δασονόμους, δασοκόμους, δασοφύλακες, γιατί τους βάλαμε να φροντίζουν και να φυλάνε το δάσος κι αυτοί γίνανε κύριοί του και το κακοποιούν. Το αφήνουν στο έλεος κακοποιών. Γιατί άραγε;

 

Κατηγορούμε τις κυβερνήσεις, που, ενώ ακούνε φωνές διαμαρτυρίας για τις ρεμούλες που γίνονται σε βάρος του δάσους, κωφεύουν. Δεν ελέγχουν και δεν τιμωρούν τους επίορκους υπαλλήλους. Γιατί άραγε;

Κατηγορούμε τη δασική υπηρεσία, γιατί αφήνει το δάσος αφύλαχτο κατά τις αργίες. Τότε βρίσκουν ευκαιρία οι αετονύχηδες και με τη βοήθεια αβανταδόρων και των κινητών τηλεφώνων με άνεση και χωρίς άγχος κόβουν όσες βελανιδιές τους κάνει κέφι.

Κατηγορούμε μερικούς οροπεδιώτες, γιατί για ίδιο όφελος, γίνονται συνεργοί στον αφανισμό του δάσους.

Κατηγορούμε τους οροπεδιώτες, που ζουν μες το δάσος και βλέπουν να κουρσεύουν το δάσος αετονύχηδες, σιωπούν, για να μην τους προσάψουν την κατηγορία του καταδότη και του ρουφιάνου.

Κατηγορούμε τους παράγοντες του οροπεδίου, γιατί δεν τολμούν να σπάσουν την «Ομερτά». Εδώ και εξήντα τόσα χρόνια μαφιόζικη κλίκα λυμαίνεται το δάσος. Αυτή η κλίκα, αόρατη, τρομοκρατεί τους απλοϊκούς κατοίκους, που ζουν και εργάζονται στον άνω εξώστη του Οροπεδίου και καρπώνονται τον δασικό πλούτο του μοναδικού σε κάλλος δρυοδάσους της όμορφης Φολόης, αδιαφορώντας για τις οδυνηρές συνέπειες, που έχει η αλόγιστη και άγρια εκμετάλλευση του δάσους».

Εκτύπωση