Πρωτοχρονιάτικα έθιμα του χωριού μας

Frontpage Εμφανίσεις: 112516

Γραφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος

Η ανάγκη να γιορτάζεται η Πρωτοχρονιά, έρχεται από τους πρώτους ανθρώπινους πολιτισμούς. Είναι η γιορτή που τιμούν με ενθουσιασμό όλα τα έθνη και οι φυλές του κόσμου τούτου αλλά δεν ξεκινούσε πάντα την πρώτη Γενάρη.

Ιστορία

Παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στην αρχαία Βαβυλώνα, γύρω στο 2000 π.Χ. όταν οι Βαβυλώνιοι γιόρταζαν την Πρωτοχρονιά στην Μεσοποταμία κατά την πρώτη Νέα Σελήνη, η οποία ως γνωστόν ξεκίναγε στις 21 Μαρτίου κατά την εαρινή ισημερία.

Οι Βαβυλώνιοι που ήταν γνώστες των ουράνιων σωμάτων, είχαν δημιουργήσει ένα σεληνιακό ημερολόγιο όπου είχαν συνδυάσει τον ερχομό του νέου χρόνου με τον ερχομό της άνοιξης και της αναγέννησης της φύσης.


Για τους Έλληνες σημαντική ήταν η πρώτη μέρα του κάθε μήνα που τιμάτο με διάφορες γιορτές, γνωστές και ως «νουμηνίες». Στην αρχαία Ελλάδα ο καινούργιος χρόνος ξεκινούσε στην αρχή της φθινοπωρινής ισημερίας και ήταν συνδεδεμένος με την κίνηση του ήλιου και όχι της σελήνης όπως στους Βαβυλώνιους.

Η 1η Ιανουαρίου ως η πρώτη μέρα του χρόνου καθιερώθηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα το 46 π.Χ., όταν ο ίδιος δημιούργησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο.

Οι Ρωμαίοι γιόρταζαν την αλλαγή του χρόνου με τελετές όπου αντάλλαζαν δώρα και παράλληλα επιδίδονταν σε «ακολασίες». Όταν επικράτηση ο Χριστιανισμός η γιορτή αυτή θεωρήθηκε ειδωλολατρική και καταργήθηκε.

Στον ελλαδικό χώρο άρχισε να γιορτάζεται μετά την κατάκτηση από τους Ρωμαίους οι οποίοι έφεραν μαζί τους και τον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς. Ως τον Μεσαίωνα γιόρταζαν την Πρωτοχρονιά στις 25 Μαρτίου, στην αρχή του εαρινού ηλιοστασίου, την ημέρα που γιορτάζεται σήμερα ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. 

Όταν έγινε πάπας ο Γρηγόριος ΙΓ’, το 1582 επανήλθε η πρώτη Ιανουαρίου. Τότε δημιουργήθηκε το γρηγοριανό ημερολόγιο που καθιερώθηκε σε μας το 1923 και ισχύει ως σήμερα. 

Ο Άι Βασίλης

Εμείς στο χωριό μας γνωρίζαμε ότι, ο Αϊ Βασίλης είναι ο Μέγας Βασίλειος, «….Άγιος Βασίλης έρχεται…», ο οποίος έζησε στη Καισάρεια της Καππαδοκίας και σύμφωνα με την παράδοση ήταν ο πρώτος δημιουργός της οργανωμένης φιλανθρωπίας. Δεν είχε καμία σχέση με αυτόν τον χοντρό γεράκο με τα κόκκινα ρούχα, την άσπρη γενειάδα και τις μπότες που μας «πλάσαραν» οι «Φραγγολεβέντες» όπως αποκαλούμε τους δυτικούς.

Στην Ελλάδα ο Βασίλης (έτσι τον λέει η μικρούλα μας) ήρθε στη δεκαετία του 1950, πρώτα στον αστικό πληθυσμό με τις ευχετήριες κάρτες που έστελναν οι μετανάστες. Σήμερα ο Άϊ-Βασίλης (ο δυτικός) κυριαρχεί και στον πιο απομακρυσμένο οικισμό της πατρίδας μας.

Τα έθιμα

Η Πρωτοχρονιά ή αρχιχρονιά ή αρχιμηνιά ή πρώτη του έτους, έγινε στην πορεία μία από τις σημαντικές γιορτές των Ελλήνων.

Ο εορτασμός άρχιζε από την παραμονή με τα κάλαντα των παιδιών,

«Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά…» αλλά όπως πάμε λιγοστεύουμε και σε λίγο στα χωριά μας «θα λαλάνε κουκουβάγιες».

Ο τζόγος

Ένα από τα έθιμα την περίοδο των γιορτών του 12ημέρου και κυρίως της Πρωτοχρονιάς είναι το «κυνήγι» της θεάς τύχης. Λειτουργούσε στην συνείδηση των ανθρώπων σαν το ξόρκι της χρονιάς που φεύγει και της ελπίδας για την τυχερή που έρχεται.

 Είναι η αντίληψη της «νουμηνίας» που είπαμε παραπάνω, ότι γίνεται στην αρχή μιας περιόδου θα έχει επανάληψη καθ’ όλη την διάρκειά της. Όταν δηλαδή θα κερδίσεις χρήματα την παραμονή θα κερδίζεις όλο το έτος. Αυτό δεν ισχύει πάντα στο κυνήγι της «ευετηρίας» (εὖ + ἔτος), εννοούμε της προκοπής των καλλιεργειών, της ευφορίας των καρπών και της γονιμότητας των ζώων, την «καλοχρονιά» που συνδέεται με τα διάφορα έθιμα της Πρωτοχρονιάς αλλά και τον εθισμό στον τζόγο που καταστρέφει ανθρώπους.

Γι’ αυτό και ονομάζονται από την θρησκευτική λαογραφία «έθιμα ευετηρίας».

Ο τζόγος είναι αρχαία ελληνική κατάρα που μας άφησαν οι Κουμαρτζήδες που μαζεύονταν στο ιερό της Αθηνάς Σκιράδος (κακόφημη περιοχή) στην συμβολή της ιερά οδού με τον Κηφισό. Υπάρχει και ένα εκπληκτικό ρεμπέτικο “ο Κουμαρτζής” του Χ. Πιπεράκη που ηχογραφήθηκε στις ΗΠΑ, το 1939. 

«...Κι όταν τα ζάρια, καλέ, τα κουνώ στα πεντοδάχτυλά μου,
ντόρτια και ντούσες έρχουνται και χάνω τα λεφτά μου».

 Το βράδυ κάποιες οικογένειες έπαιζαν στο σπίτι για το καλό, το συνηθισμένο ψιλό «τριανταένα». Οι πιο μεγάλοι πήγαιναν στα μαγαζιά για να παίξουν πιο σοβαρό τζόγο, «πόκερ», «πόκα», ή «τριανταένα» και «εικοσιένα». Τα χαρτοπαίγνια, τις μέρες αυτές είχαν την τιμητική τους αλλά γινόταν μόνον στα καφενεία του χωριού και πολύ σπάνια στα σπίτια όπως συμβαίνει σήμερα. Ξεκινούσε από τις αρχές Δεκέμβρη και τελείωνε μετά τα Θεοφάνια με έμφαση και μεγάλη συμμετοχή στην εβδομάδα μεταξύ Χριστουγέννων και πρωτοχρονιάς. 

Στην διάρκεια του παιχνιδιού παρατηρούνταν πολλά ευτράπελα όπως φιλονικίες, τσακωμοί ακόμη και ξυλδαρμοί ή συνεννόηση δύο τριών ατόμων προκειμένου να «γδάρουν» με δόλιους τρόπους τους υπόλοιπους. Πόσα αθώα παιδιά που έρχονταν από τις πόλεις έμεναν «πανί με πανί» και ούτε για εισιτήρια δεν τους άφηναν (τα ρεμάλια) προκειμένου να επιστρέψουν στις βάσεις τους. Τσεκάραμε και εμείς 2-3 τέτοια αποβράσματα στο καφενείο του Μάκη του Κόνσουλα (Κοσμά Μήτση) και τους πετάξαμε την τράπουλα στα μούτρα. Καμαρώνουν σήμερα οι απόγονοι για τους ξεφτίλες… «Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου…».

Τα τότε καφενεία του χωριού μας ήταν: του Μάκη όπως είπαμε παραπάνω, του Κοσμά Παπαδόπουλου (Μουρλοκοσμά). του Νίκου Παπαδόπουλου (Λαΐνη), του Λυσάνδρου Σίνου (Ρέμου) και τέλος του Χρήστου Μπαντούνα (Πλίθα). Οι μαγαζάτορες όταν δεν έπαιζαν, καθόταν από πάνω στην γκανιότα (με το ποτηράκι) και μάζευαν το 10% των χρημάτων που αναλογούσαν στο μαγαζί. Στο τέλος που ψάχνανε να βρουν που πήγαν τα λεφτά,  διαπίστωναν ότι είχαν περιέλθει (σχεδόν όλα) στον καφετζή.

Πάντα αλλά και σήμερα, στα καζίνα, στις λέσχες, στους δρόμους και στα απανταχού καφενεία αλλάζουν χέρια πάνω στην πράσινη τσόχα μεγάλα χρηματικά ποσά ( νόμιμα και μη).

Αυτό έχει να κάνει κυρίως με την αίσθηση του γρήγορου και εύκολου κέρδους μέσα σε λίγα μόνο λεπτά ή σε μία μονάχα ζαριά.

Εμείς που έχουμε "ανέβει όλα τα σκαλιά του τζόγου" και έχουμε ενασχόληση με τα σύγχρονα ηλεκτρονικά, σας συμβουλεύουμε να ψάχνεστε και να έχετε τα μάτια σας ορθάνοιχτα γιατί όλα τα παίγνια ρυθμίζονται αλλά και στο τελευταίο καφενείο…, το ξύλινο τραπεζάκι του τάβλι να μην είναι τόσο αθώο όσο φαίνεται και «ο νοών νοείτω». 

Όπως και να έχει όμως,  όλοι λίγο ως πολύ θα μπούμε στον πειρασμό να «φλερτάρουμε» κατά μία έννοια με την τύχη μας αλλά ως εκεί. Γι΄αυτό το μόνο που μπορούμε να σας ευχηθούμε την ώρα της αλλαγής του χρόνου είναι, «καλή τύχη» και μη ξεχνάτε όπως λέει ο θυμόσοφος λαός μας όποιος χάνει στα χαρτιά κερδίζει στην αγάπη! 

Ο Τζόγος στα καφενεία του χωριού κράταγε ως τα ξημερώματα. Το πρωί όμως πάγαιναν όλοι στην εκκλησία για το καλό του χρόνου ακόμα και οι ξενύχτηδες.

Η εκκλησία  αργούσε να τελειώσει, καθότι η λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου είναι πανηγυρική. Μέσα ήταν ολόφωτη από τα πολλά κεριά και τις λάμπάδες που άναβαν. Τα μανουάλια και οι πολυέλαιοι μοσχοβολούσαν τότε κερί μέλισσας. Οι καμπάνα χτυπούσε χαρμόσυνα. Μετά τα «Άγια», έβγαιναν οι δίσκοι ο ένας πίσω από τον άλλον, για την εκκλησία, για τον παπά ακόμη και για τον καντηλανάφτη και κουδουνίζανε οι δεκάρες και τα πενηνταράκια στον μεταλλικό δίσκο.

Μετά την λειτουργία άρχιζαν οι χαιρετούρες και τα «χρόνια πολλά». Τα τσορομπίιλια έτρεχαν να πάρουν τους «μποναμάδες» από τους μεγάλους, παππούδες και γιαγιάδες, φιλώντας τους το χέρι. 

Το μεσημέρι άρχιζε το φαγοπότι με ευχές για το καλό του χρόνου και τσούγκρισμα των ποτηριών με το κοκκινέλι των Κενταύρων. Σύμφωνα με την δική μας παράδοση στο τραπέζι υπάρχει χοιρινό κρέας ή έστω αμνοερίφιο. Η σημερινή γαλοπούλα ήταν άγνωστη, είναι ένα ξενόφερτο έθιμο που ήρθε στην Ευρώπη από το Μεξικό.

Βασιλόψωμο

Το έθιμο του βασιλόψωμου προέρχεται από τον Άγιο Βασίλειο όταν ήταν επίσκοπος στην Καισάρεια. Ο τότε Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε να εισπράξει φόρους και οι φοβισμένοι κάτοικοι, ακολουθώντας την προτροπή του Αγίου Βασιλείου μάζεψαν ό,τι πολύτιμο είχαν και βγήκαν να προϋπαντήσουν τον έπαρχο. Ο Βασίλειος με την πειθώ και την ευστροφία του, έπεισε τον έπαρχο να μην πάρει τα τιμαλφή των κατοίκων. Έτσι ανέκυψε το πρόβλημα της επιστροφής των δώρων στους ιδιοκτήτες τους. Ο  Βασίλειος προέτρεψε πάλι τους κατοίκους να παρασκευάσουν μικρές πίτες και μέσα σε κάθε μια έβαλε από ένα αντικείμενο. Έτσι πήρε ο κάθε ένας ό,τι είχε προσφέρει. Από τότε στη γιορτή του την Πρωτοχρονιά στα βασιλόψωμα και στις πίτες βάζουν μέσα νομίσματαΑρχαία ρωμαϊκά νομίσματα (10 pics)

Το ίδια έπρατταν και οι νοικοκυρές στον τόπο μας όταν ζύμωναν το βασιλόψωμο (βασιλόπιτα δεν υπήρχε), μέσα έβαζαν το «φλουρί», ένα νόμισμα όχι μεγαλύτερο από δίφραγκο ή τάλιρο για τον τυχερό της χρονιάς.

Στόλιζαν το βασιλόψωμο όπως και το χριστόψωμο, με σταυρό, κεντίδια, σουσάμια, καρύδια ή αμύγδαλα. 

Το μεσημέρι στο φαγητό ο πατέρας ή ο μεγαλύτερος της οικογένειας έκοβε το βασιλόψωμο με τελετουργικό τρόπο. Μερίδιο είχαν όλα τα μέλη κατά σειρά ηλικίας, καθώς και οι ξενιτεμένοι, οι φιλοξενούμενοι και το σπίτι. Έκοβε πρώτο το κομμάτι του Χριστού, δεύτερο του σπιτιού τρίτο του Άι Βασίλη και ακολουθούν όλα τα μέλη που παρευρίσκονταν στο τραπέζι και δεν ξεχνούσαν το κομμάτι του φτωχού. 

 Από τις αρχές του 20ου αιώνα το βασιλόψωμο έγινε πίτα, εορταστική εκδήλωση που έκοβαν τα Σωματεία, τα Ιδρύματα οι Οργανισμοί και άλλες κοινωνικές ομάδες καθ’ όλη τη διάρκεια του Γενάρη. 

Η ημέρα της Πρωτοχρονιάς στα χωριά μας, άρχιζε με τις ίδιες προφυλάξεις που έπαιρναν σχεδόν σε όλη την Ελλάδα. Για να πάει καλά η χρονιά πρόσεχαν την ημέρα αυτή να μην δανειστούν, να μη μαλώσουν, να μην κλάψουν, να μη στεναχωρηθούν και να μην κάνουν καμιά δουλειά ώστε να τους πάει καλά η χρονιά. Πρόσεχαν επίσης να έχουν καλό «ποδαρικό».

 Ο πρώτος ξένος που θα μπει το πρωί στο σπίτι, θα κάνει ποδαρικό. Το πιο σπουδαίο ποδαρικό είναι της Πρωτοχρονιάς και για κάποιους η πρώτη του Σεπτέμβρη αλλά και η αρχή του μήνα, της εβδομάδας και της μέρας.  Αλλουνού είναι καλό το ποδαρικό του και αλλουνού κακό όπως και το χερικό.

 Οι καλορίζικοι ή καλόμοιροι, ή καλοπόδαροι που είχαν «καλό ποδαρικό», προσκαλούνταν να μπουν πρώτοι στο σπίτι το πρωί της Πρωτοχρονιάς. Προτιμώντο συνήθως τα αθώα τσορομπίλια για να πάνε όλα καλά στην οικογένεια.

Η Πρωτοχρονιά ήταν το πέρασμα από τον παλιό στο νέο χρόνο γι’ αυτό η έννοια του ποδαρικού ήταν η ευετηρία για την λαϊκή πρωτοχρονιά.

Κυριαρχούσε η αντίληψη της νουμηνίας, ότι δηλαδή κάθε τι που γίνεται στην αρχή του χρόνου θα έχει επανάληψη και επίδραση σε όλη τη διάρκεια του έτους. 

Για τον ίδιο σκοπό κρεμούσαν στην πόρτα του σπιτιού για γούρι (καλός οιωνός), μποτσίκι ή γυφτοκρέμμυδο, που ήταν βολβοί μεγάλης αντοχής. 

Ένα άλλο έθιμο που ίσως έρχεται από τα παράλια της Μ. Ασίας  είναι το «αμίλητο» νερό, που έπαιρναν από την παλιόβρυση την παραμονή με απόλυτη σιωπή και μ’ αυτό έπλεναν το πρόσωπό τους και ράντιζαν τους χώρους, όπως στην πρωτάγιαση με την ευχή «όπως τρέχει το νερό, έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι».

Τέλος, μετά το ποδαρικό ο νοικοκύρης πετούσε με δύναμη στο δάπεδο του σπιτιού το ρόδι, για καλή τύχη. 

Καλή Χρονιά!

Οι φωτογραφίες και οι συνδέσεις είναι του Ηλία Τουτούνη.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 31 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2021

Εκτύπωση