Η ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΘΕΡΑ…!

Frontpage Εμφανίσεις: 31314
“Καλώστηνε την νυφούλα μου ’που μπαίνει στην πορτούλα μου…”
Καταγραφή επιμέλεια Ηλίας Τουτούνης
Μετά το μυστήριο του γάμου και τον χορό που στηνόταν να χορέψει η νύφη με τους δικούς της, έξω από την εκκλησία ή στην πλατεία του χωριού, ο γαμπρός με τους καλεσμένους του παρελάμβανε την νύφη και κατευθύνονταν στο σπίτι του, είτε ήταν συγχωριανοί ή από άλλο χωριό. Οι γονείς της νύφης και η συνοδεία της, μετά τον τελευταίο αποχαιρετισμό, αποχωρούσαν και δεν ακολουθούσαν την πομπή των νεόνυμφων.
Πριν φθάσει η πομπή του γαμπρού στο σπίτι του, άρχιζαν τα βαράνε τα βιολιά και να τραγουδάνε διάφορα τραγούδια του γάμου και της αγάπης.
Στο σπίτι του γαμπρού, που θ’ αποτελούσε την κατοικία των νεόνυμφων, προέβαιναν σε διάφορα έθιμα, που σκοπό είχαν να εκβιάσουν την τύχη για την καλοτυχία του νέου ζευγαριού.
Μόλις έκανε την εμφάνιση το ζευγάρι είτε με τα πόδια είτε με τα άλογα, αν έρχονταν από άλλο χωριό, τότε ένα αγόρι και ένα κορίτσι που έπρεπε να είχαν εν ζωή και τους δυο γονείς τους, πετούσαν στα κεραμίδια του σπιτιού μια μαξιλάρα για το γούρι των νεόνυμφων. Η μαξιλάρα παρέμενε στα κεραμίδια μέχρι να μείνει έγκυος η νύφη, κατά άλλους παρέμενε μέχρι τα πιστρόφια.
Επίσης όταν η νύφη ερχότανε μ’ άλογο, σταματούσε μπροστά στο σπίτι, αλλά δεν ξεπέζευε. Ζητούσε τάξιμο, ή ασήμωμα από τον γαμπρό, για να κατεβεί λέγοντας:
«-Τάξε μου να κατέβω!»
Τότε ο γαμπρός ή ο πεθερός έταζε ή την ασήμωνε και αν η νύφη έμενε ευχαριστημένη κατέβαινε, αν όχι ζητούσε περισσότερα, μέχρι να πάρει αυτό που επιθυμούσε. Βασικά επί το πλείστον αυτά είχαν προσυζητηθεί τι θα ζητήσει η νύφη και οι σκηνές αυτές γίνονταν εθιμοτυπικά.
Η πομπή του γαμπρού μόλις έφθανε στο σπίτι του και προτού μπούνε μέσα, η πεθερά (μάνα του γαμπρού) στεκότανε μπροστά στο κατώφλι του σπιτιού έχοντας στα χέρια της μια εικόνα. Στην δε νύφη εκ των προτέρων της είχαν δώσει μια εικονισματο-ποδιά, δηλαδή ένα ολόλευκο λινό ύφασμα- ποδιά, όπου επάνω είχαν κεντημένο ένα σταυρό. Αυτό το πανί το χρησιμοποιούσαν για να σκεπάζουν τα εικονίσματα, όσα δεν είχαν κρεμάσει στον τοίχο και στο εικονοστάσι του σπιτιού.
Μπροστά προηγούταν ο γαμπρός όπου ασπαζόταν τρεις φορές την εικόνα και μετά την μητέρα του. Στην συνέχεια η νύφη ασπαζόταν και αυτή την εικόνα που κρατούσε η μάνα του γαμπρού και πεθερά της. Μετά τους ασπασμούς, η νύφη φιλούσε την πεθερά της στα μάγουλα. Έπειτα έπαιρνε την εικόνα την δίπλωνε με την εικονισματο-ποδιά με προσοχή και ευλάβεια και την κρατούσε στα χέρια της. Αυτή η εικόνα προοριζόταν για το εικονοστάσι του υπνοδωματίου τους, που θα κοιμόταν το νέο ζευγάρι.
 
Η πεθερά μόλις παρέδιδε την εικόνα στην νύφη έλεγε και αυτό το τραγουδάκι που κατάφερα και κατέγραψα:
 
«Καλώστηνε την νυφούλα μου
’που μπαίνει στην πορτούλα μου.
Σε τούτο το πορτόξυλο,
που μπαίνεις με καμάρι,
να σε ευλογήσει η Παναγιά
μ’ ούλη της την Χάρη!»
 
Πριν η νύφη δρασκελίσει το πορτόξυλο του σπιτιού, η πεθερά έχει και μια κούπα με μέλι για να μελώσει την νύφη, δηλαδή να φάει μια κουταλιά ο γαμπρός και μια η νύφη για να έχουν μια γλυκιά ζωή.
Ο κόσμος τότε έλεγε το δίστιχο τραγούδι:
«Μελώνει η πεθερά, μελώνει την νυφούλα,
με μέλι και ζάχαρη και τα γλυκά της ούλα!»
Η νύφη βουτούσε το δάκτυλό της μέσα στην κούπα με το μέλι και έφτιαχνε ένα σταυρό στο απάνου πορτόξυλο (υπέρθυρο), τάχα για να είναι γλυκιά η ζωή τους.
Ακόμη εκεί που θα υποδεχόταν η πεθερά την νύφη είχαν φτιάξει ένα κύκλο στο χώμα με κόκκους ρυζιού. Μέσα σ’ αυτόν το κύκλο θα στεκόταν το ανδρόγυνο για να προσκυνήσει και να παραλάβει την εικόνα.
Επίσης στο έδαφος είχαν ρίξει και ένα ρόδι για να το πατήσει η νύφη και να το σπάσει σε κομματάκια. Μετά το σπάσιμο η νύφη έσκυβε έπαιρνε το σπασμένο ρόδι στα χέρια της και χωρίς να κοιτάζει το πετούσε πίσω της όπου βρίσκονται τα ανύπαντρα παιδιά των καλεσμένων. Όποιος το έπιανε θα ήταν ο τυχερός και θα ήταν ο επόμενος ή επόμενη που θελά παντρευτεί και σύντομα. Σήμερα έθιμο έχει μεταλλαχθεί και οι νύφες πετούν μια ανθοδέσμη όχι κατά την είσοδο της νύφης στο σπίτι, αλλά κατά την συνεστίαση και το γλέντι που γίνεται μετά τον γάμο.
Το ρόδι (ρόιδι) αντιπροσωπεύει ότι, στο σπίτι που έρχεται η νύφη αφθονούν όλα τα αγαθά, ζώα, καρποί, δένδρα, φαγητά κ.λπ. ρόδι εικονίζεται από τους Αρχαίους Έλληνες, όπου έφερε η Θεά Ήρα η σύζυγος του Δία.
 
Απ’ αυτό το έθιμο έχουν προκύψει και οι παροιμίες:
 
«Περνάει ρόδινη ζωή!», αναφέρεται όταν η νύφη περνάει καλά, διότι το νοικοκυριό της είναι πλούσιο και υπάρχει αφθονία.
Η δε παροιμία: «Το έκανε ρόιδο!» αναφέρεται για αυτές τις νύφες που για οποιοδήποτε λόγο παρατούσαν τους άνδρες και το σπίτι τους ή η παρουσία τους στο σπίτι είναι καταστροφική. Επίσης το ρόδι το σπάει η νύφη να επιδείξει ότι είναι παρθένα και ότι σ’ αυτό το στο σπίτι αυτό θα σπάσει τον παρθενικό της υμένα.
Μετά από το ρόιδι η πεθερά κρατώντας ένα ολόλευκο μαντήλι με κεντίδια στις άκρες που παρίσταναν ένα ζευγάρι πουλιών να φιλιούνται, το έπιανε από τις δυο διαγώνιες άκρες και έβαζε το ανδρόγυνο να στέκονται ο ένας δίπλα στον άλλον και περνώντας το μαντήλι πάνω από τα κεφάλια τους, το έφερνε πίσω στο σβέρκο τους και τους έπιανε και τους δυο και τους τραβούσε να εισέλθουν μέσα στο σπίτι.
 
Οι νιόπαντροι έμπαιναν μέσα στο σπίτι πάντα με το δεξί πόδι και ποτέ με το ζερβί (αριστερό) και τους έβαζαν να πατήσουν μια μασιά, ένα νόμισμα ή κάποιο άλλο σιδερικό, εκτός από κοπτικό, (κοπτικά εργαλεία ήσαν τα μαχαίρια, τα ψαλίδια, τα ξινάρια, οι κασάρες, τα πριόνια, τα δρεπάνια κ.ά., διότι αυτά δεν είχαν γούρι και τα θεωρούσαν γρουσούζικα και έτσι απόφευγαν να τα χρησιμοποιήσουν κατά την είσοδο της νύφης), για να είναι σιδερένιοι και γεροί σε όλη τους την ζωή. Σε άλλη καταγραφή έβαζαν πέταλο και μετά το κρεμούσαν στην είσοδο του σπιτιού για γούρι. Πριν χρησιμοποιήσουν αυτό το πέταλο, το είχαν βάλει σε φωλιά κλώσας ην ώρα που κλώθει τα αυγά της, για να αποχτήσουν πολλά παιδιά.
Κατά το πάτημα η πεθερά έλεγε τα δίστιχα τραγουδάκια:
«Πάτα νύφη τ’ ασήμι, πάτα το σιδερικό,
για να ζήστε με αγάπη και κάλόο ριζικό!»
«Νύφη μ’ τα τζοβαΐρια μας, χρυσά μαλαματένια
να ζήστε να τα χαίρεστε με χρόνια ευτυχισμένα!»
Έχω καταγράψει ότι άλλες πεθερές χρησιμοποιούσαν αντί για μαντήλι μια γυναικεία ζώνη (ασημοζώναρο), ή και λουρί από ζυγό ζώων, για να ζήσουν πάντα όπως υπό ζυγό.
 
Επίσης έχω καταγράψει ένα ευτράπελο που συνέβη κάποτε με μια νύφη:
 
Την ώρα που έμπαινε μια αλανιάρα νύφη στο σπίτι, οι παρευρισκόμενοι την προέτρεπαν άλλοι να μπει μέσα με το δεξί και άλλοι με το ζερβί. Η νύφη που ήταν περπατημένη και αλανιάρα και παντρεύτηκε για λόγους αντιζηλίας, από τα πολλά που άκουγε, σε κάποια στιγμή γύρισε απαξιωτικά και τους λέει:
«-Τι με το δεξί, τι με το ζερβί να μπω, μήπως κι έχω σκοπό να πολυκάτσω εδώ νύφη;»
Ενώ σε άλλη καταγραφή, η νύφη που ήταν αλανιάρα και την πάντρεψαν με το ζόρι, μόλις έσκυψε να προσκυνήσει την πεθερά, μιας και δεν την χώνευε γιατί δεν την ήθελε νύφη, της γύρισε ένα βροντερό πόρδο που έγινε αισθητός από όλους τους παρευρισκόμενους. Οπότε η πεθερά ντροπιάστηκε και της γύρισε μια καλογυρισμένο σκαμπίλι. Η νύφη που ήταν από το ίδιο χωριό, σήκωσε το φουρό (νυφικό) της και λάκιξε (το έβαλε στα πόδια) για την μάνα της και όπως ήταν αναμενόμενο ο γάμος διαλύθηκε πριν τελειώσει.
 
Εξ’ ου -πάντα κατά την μαρτυρία- βγήκε και η παροιμιώδης φράση: «Έκλασε η νύφη, σχόλασε ο γάμος!»
 
Μόλις περνούσαν μέσα στο σπίτι, ο πεθερός αφού πρώτα σήκωνε το νυφικό μαντήλι που ήταν καλυμμένο το πρόσωπο της νύφης την φιλούσε στο μέτωπο και της έδινε στο χέρι ένα χρυσό νόμισμα, για να περάσει χρυσή ζωή. Μετά η πεθερά τους οδηγούσε στην σάλα και τους έβαζε να καθίσουνε στον καναπέ, ο ένας δίπλα στον άλλον και έπαιρναν και ένα αγόρι αγκαλιά, του οποίου ζούσαν και οι δυο γονείς του για να γεννήσει η νύφη το πρώτο της παιδί αρσενικό. Η νύφη έπαιρνε το παιδί αγκαλιά το έσφιγγε με τα χέρια της, το φιλούσε στα μάγουλα και του έδινε ένα μεταξωτό κεντημένο μαντήλι που επάνω του είχε κεντημένα τα ονόματα του ζευγαριού και μέσα ήταν τυλιγμένα δυο- τρία κέρματα, δυο κουφέτα, λίγο ρύζι και δυο ψείρες.
Τα κέρματα συμβόλιζαν την ευημερία, τα κουφέτα για να μην χωρίσουν ποτέ, το ρύζι για να ριζώσει ο γάμος και το νέο νοικοκυριό και οι ψείρες να αναπτυχθούν και να ζήσουν ενδιάμεσα στα δυο κορμιά των νεόνυμφων μέχρι να αποκτήσουν το πρώτο τους παιδί.
«Σε τούτα τα στεφανώματα
και στα καλά ριζώματα,
ρίξτους ρύζι, δώστους ψείρα,
να ’χουνε πανέρια μοίρα!»
Τέλος αποχωρούσαν οι προσκεκλημένοι και οι συγγενείς. Το βράδυ ο γαμπρός με την συνοδεία φίλων του και συγγενών πήγαινε στο σπίτι του κουμπάρου και τον έπαιρναν τραγουδώντας και όλοι μαζί μαζεύονταν το βράδυ στο σπίτι του, όπου η οικογένεια παρέθετε τραπέζι με φαγητά, κρασί, γλέντι και χορό, μέχρι το πρωί.
Γνωστό είναι και το τραγούδι της Προσφυγούλας, όπου η ασυμφωνία της μάνας και του παιδιού της, του αρχοντόπουλου, που ήθελε να παντρευτεί μια προσφυγοπούλα κατέληξε σε δράμα. Η πεθερά δεν μπορούσε να δεχθεί μια προσφυγοπούλα, στο σπίτι της για νύφη, κατέφυγε σε ακραίο χειρισμό της υπόθεσης και δηλητηρίασε την νύφη.
Παρήγγειλε στον μάγειρα να προσφέρουν στην νεόνυμφη δηλητηριασμένη τροφή (οχιές, δηλητηριώδη φίδια) αντί για χέλια, την προσκάλεσε να φάει και την σκοτώνει με αυτόν τον τρόπο.
«Αρχοντονιός παντρεύεται και παίρνει προσφυγούλα
προσφυγούλα μαυρομάτα μου.
Κι η μάνα του σαν τ’ άκουσε πολύ της βαρυφάνη,
προσφυγούλα, σε κλαίν’ τα μάτια μου.
Πιάνει δυο φίδια ζωντανά, τα σιγοτηγανίζει
προσφυγούλα μαυρομάτα μου.
- Έλα νύφη μου να φας χελάκια στο τηγάνι
προσφυγούλα, σε κλαίν’ τα μάτια μου.
Πρώτη μπουκιά που βούτηξε, η κόρη φαρμακώθη
προσφυγούλα μαυρομάτα μου,
η κόρη φαρμακώθη
προσφυγούλα, σε κλαίν’ τα μάτια μου.
- Μάνα νερό, μάνα κρασί να σβήσω το φαρμάκι
προσφυγούλα μαυρομάτα μου,
- Εδώ νερό δεν βρίσκεται, κρασάκι δεν πουλιέται
προσφυγούλα, σε κλαίν’ τα μάτια μου!»
Εκτύπωση