Καλώς ορίσατε στην αρχαιότερη ιστοσελίδα της Ηλείας, στο Αντρώνι και στην Ορεινή Ηλεία.

Είναι οι κατάφυτες διαδρομές μέσα στις βελανιδιές και στα πλατάνια στο κέντρο της Κάπελης με τις απόκρημνες πλαγιές, τα σκιερά φαράγγια με τις πολλές σπηλιές, τους καταρράκτες, τους νερόμυλους και τις νεροτριβές, με τις δροσερές πηγές και τα καθαρά ποτάμια... Με τα πετρόχτιστα σπίτια, τα νόστιμα φαγητά και το καλό κρασί, τα αρχοντικά γλέντια και τους φιλόξενους κατοίκους.

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΛΕΧΑΙΝΩΝ

Στις 11 Ιουλίου 1824*, ο Αλή Αχμέτ Μπέης, φρούραρχος του Ρίου, μ' επτακόσιους Τούρκους καβαλλαραίους, και με δυο χιλιάδες πεζούς, κίνησε ολονυχτίς από την Πάτρα και χωρίς να γίνει αντιληπτός πέρασε από τις προφυλακές των Ελλήνων που βρίσκονταν στο Αλή- Τσελεπή και στον Ριόλο, βαδίζοντας προς τον κάμπο της Ηλείας. Την άλλη ημέρα το πρωί στις 12 Ιουλίου μπήκαν ανενόχλητοι στα Λεχαινά και στα γύρω χωριά. Εκεί σκότωσαν αρκετούς κατοίκους και στην συνέχεια αιχμαλώτισαν κάπου εκατό αδύναμες ψυχές από τους αμάχους και πλιατσικολόγησαν παίρνοντας άφθονα γελάδια και άλλα ζώα.

Όταν το έμαθε ο Γιώργης Σισίνης (προύχοντας της Γαστούνης), την επιδρομή του Aλή Αχμέτ, έστειλε το μεγαλύτερο γιο του στρατηγό Χρύσανθο, με τον αδελφό του Μιχάλη και με λίγους ντόπιους αρματωμένους όπου πρόφθασαν τους Τούρκους στο Μοναστήρι του Αϊ Θανάση των Λεχαινών. Εντός ολίγου κατέφθασε και ο Κώστας Μπότσαρης με εκατόν πενήντα Σουλιώτες και ο καπετάν Κωνσταντής Ανδραβιδιώτης μ' αρκετούς καμπίσιους οπλοφόρους. Στην μάχη που έγινε σκοτωθήκανε περισσότεροι από σαράντα Τούρκοι και πληγώθηκαν ακόμη περισσότεροι. Οι Έλληνες απώλεσαν έξι άνδρες και μεταξύ αυτών και ο ανδρείος οπλαρχηγός Πανάγος Μητρόπουλος από την Μανωλάδα. Μετά από την τρίωρη σκληρή μάχη, οι Τούρκοι αναγκάστηκαν και υποχώρησαν άτακτα, ενώ οι Έλληνες παρά τις μεγάλες προσπάθειες που κατέβαλαν, δεν κατάφεραν να απελευθερώσουν τους αιχμαλώτους.

Για την διεξαγωγή της Μάχης των Λεχαινών την 11ην Ιουλίου 1824, ο Γεώργιος Σισίνης απευθύνεται στον Δημητράκη Πλαπούτα.

Γενναιότατε Στρατηγέ Κύριε Δημητράκη Πλαπούτα.

«Τούτο μόνον σου λέγω εν συντομία, ότι ηξεύρω πως εδιωρίσθης δια την Γαστούνην. Καθώς και εγώ και άλλοι ακόμα. Αλλ' επειδή και σήμερον ήλθον έως 800 Τούρκοι μεταξύ Λεχενός και Ρετούνης καβαλλαραίοι και πεζοί, δια τούτο σου λέγω να ταχύνης τον εδώ ερχομόν σου, με τον πλέον συντομώτερον τρόπον, οπού και επίτηδες στέλλω τον παρόντα να σε ιδεάσω. Οι ρηθέντες Τούρκοι περί τα ξημερώματα εφάνησαν έξωθεν του χωρίου Λεχαινά. Όθεν έτρεξαν απ' εδώ οι δύο υιοί μου Χρύσανθος και Μιχάλης μαζύ με τους εδώ Σουλαίους, όλοι όλοι 600, πλην οι υιοί μου με τους στρατιώτας μας όντας ξεκινημένοι από εδώ, πρωτύτερα από τους Σουλαίους, επρόφθασαν τους εχθρούς και επολέμησαν και πόσοι εσκοτώθησαν εδικοί μας και Τούρκοι ακόμα δεν ηξεύρομεν. Οι Τούρκοι όμως επήραν αρκετούς σκλάβους αδυνάτους, και τέλος πάντων έφυγαν και απέρασαν από την Μανωλάδα, οι καμπίσιοι όμως εσκόρπισαν από τα χωριά τους, και δια τούτο να προφθάσης το ογληγορώτερον, να περάσουν τα στρατεύματα, και να εμψυχωθή, και ο λαός, ότι κινδυνεύει ο κάμπος να ερημώση. Ήξευρε όμως, ότι εδώ εθνικά δεν είναι, διότι όλα τα εσήκωσαν και δια την ζωοτροφίαν σας πρέπει να φέρετε φροντιστήν....»

(Γ.Α.Κ. Αρχείο Γιάννη Βλαχογιάννη, αριθμός εγγράφου 186, φύλλο 5).

Για την διεξαγωγή της Μάχης των Λεχαινών ο στρατηγός Χρύσανθος Σισίνης γράφει προς το Υπουργείο Πολέμου:

 

«Εις 11 τρέχοντος εξεκίνησαν από τας Πάτρας οι Τούρκοι πανστρατιά, περισσότεροι από δύο χιλιάδες δια νυκτός και μη ημπορώντας να ανθέξουν οι εμπροσθοφυλακές μας, απέρασαν και εξημερώθησαν εις την κωμόπολιν Λεχαινά λεγομένην, μισή ώραν μακράν από την πόλιν ταύτην, εφόνευσαν και ηχμαλώτισαν εκεί και εις τα λοιπά χωριά έως εκατόν Χριστιανούς αδύνατους, επήραν άπειρα γελάδια και άλλα ζώα. Ο δούλος σας, μαθών τούτο, έτρεξεν ευθύς με τον αδελφόν μου Μιχαήλ και με μερικούς στρατιώτας της Επαρχίας, επρόφθασα τους Τούρκους έξω των Λεχαινών και άρχισα την μάχην. Οι ιδικοί μας όμως όντας ολίγοι ετράπησαν εις φυγήν και έμεινα μόνον με τριάκοντα και έξ Σουλιώτας. Εφονεύσαμεν από τους εχθρούς υπέρ τους τεσσαράκοντα και επληγώθησαν περισσότεροι, εχάσαμεν και ημείς έξι ιδικούς μας και έναν καπετάνιον σημαντικόν, Πανάγον Μητρόπουλον ονόματι. Ήλθανε εις βοήθειαν μας και ο στρατηγός Κώστας Μπότσαρης** με το σώμα των Σουλιωτών, πλην δεν επρόφθασαν εις την μάχην, διότι οι εχθροί όντες περισσότεροι έφιπποι, έχοντες και τα λάφυρα ανεχώρησαν, πλην είναι πιθανώτατον, ότι θέλει κάμουν και δευτέραν έξοδον....».

15 Ιουλίου 1824. Γαστούνη

Εις τους ορισμούς σας πρόθυμος Χρύσανθος Σισίνης.

(«Ηλειακά», Ντίνος Δ. Ψυχογιός, περιοδικό λαογραφικής ιστορικής και γλωσσικής σπουδής της Ηλείας, εκδόσεις Βιβλιοπανόραμα, σελίδα 103, άρθρο του Δημ. Π. Οικονομόπουλου, Αμαλιάδα 2008).

Ο Γεώργιος Στρούζας ή Σολωμός (πολιτάρχης της Γαστούνης) με αναφορά του προς το Εκτελεστικό Σώμα, παραπονείται κατά του Γεωργίου Σισίνη και του Επάρχου Γαστούνης.

Προς το Σεβαστικόν Εκτελεστικόν

«Λαμβάνω την τιμήν και έχω την δυστυχίαν να σας φανερώσω ότι εδώ εις Γαστούνην ο Κύριος Σισίνης και ο κύριος έπαρχος.....με είπαν ότι όχι δια εκατό στρατιώτες δεν ημπορούν να εξοικονομήσουν από την Επαρχίαν ταΐνια, αλλά ούτε δια ένα. Ο Κύριος Σισίνης έχει πολιτάρχην εδικόν του και χρήζει καπεταναίους εδικούς του όσους θέλει...ο κύριος έπαρχος λαμβάνει χωρία και τρυγάς, και έχει ξέχωρα και τα 15 γρόσια του την ημέραν δια την εκδούλευσιν οπού κάνει δια το γένος. Εδώ ακολουθούσι μεγάλαι ακαταστασίαι εξ αιτίας των. Οι Τούρκοι εβγήκαν έξω από την Πάτραν επροχθές και ήλθον έως τα Λεχενά. Ηχμαλώτευσαν και εφόνευσαν έως 80, και αν έλειπον οι ανδρείοι Σουλιώται ήρχοντο έως Γαστούνην να κάμουν και εδώ συμφοράς. Η ποσότης των Τούρκων ήτον εις άλογα τετρακόσιοι. Οι εντόπιοι είναι απελπισμένοι, και φωνάζουν ότι ο Κύριος Σισίνης όχι μόνον δεν τους ωφελεί, αλλά μάλλον τους εκδύει καθημέραν...»

(Γ.Α.Κ. Αρχείο Γιάννη Βλαχογιάννη, αριθμός εγγράφου 183, φύλλο 5).

Διίστανται οι απόψεις περί της συμμετοχής του σώματος των Σουλιωτών, υπό τον Κωνσταντίνο Μπότσαρη, στην εν λόγω μάχη. Ο Γεώργιος Σισίνης αναφέρει ότι δεν πρόλαβε να εμπλακεί στην μάχη, ενώ ο Γεώργιος Στρούζας αναφέρει ότι καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της μάχης έπαιξε ο Κώστας Μπότσαρης με το σώμα των Σουλιωτών.

Εναντίον του Γεωργίου Σισίνη που δημοσιεύθηκε στα Ελληνικά Χρονικά του Μεσολογγίου, αριθμός φύλλου 58, στις 16 Ιουλίου 1824, απάντησε ο Γεώργιος Σισίνης. Τέτοιες κατηγορίες δέχθηκε αρκετές φορές ο Γεώργιος Σισίνης, άλλες δίκαια και άλλες άδικα.

Σημειώσεις:

* Στην αναφορά, του ο Χρ. Σισίνης, γράφει πως η μάχη διεξήχθη το έτος 1824, ενώ οι ιστορικοί αναφέρουν ότι έγινε το έτος 1825.

** Επίσης πάλι ο Χρ. Σισίνης, αναφέρει ότι ο Κώστας Μπότσαρης, δεν πρόφθασε να λάβει μέρος στην μάχη των Λεχαινών, ενώ οι ιστορικοί της Επανάστασης γράφουν πως έλαβε κι αυτός μέρος στην εν λόγω μάχη.


Εκτύπωση   Email

Κεντρική Σελίδα

Ο Τόπος μας

Παράδοση

Πολυμέσα

Ιστορία

Αναδημοσιεύσεις

Free Joomla! templates by Engine Templates