Ελάτε να μαγερέψουμε... όπως μια φορά κι έναν καιρό (Γεωργακάς Φ. Γιώργος)
Με τον συγγραφέα Γιώργο Γεωργακά γνωριστήκαμε μέσα από τα μονοπάτια της λαογραφίας και οι φιλίες εξ αποστάσεως «δένονται» και συχνά είναι πιο δυνατές και αντέχουν περισσότερο στο χρόνο.
Ο Γιώργος μας εξέπληξε με αυτό το διαφορετικό βιβλίο του που μέσα από τις σελίδες του, αναβιώνει σχεδόν όλο το άγνωστο «κομμάτι» της λαογραφίας γύρω από τις διατροφικές συνήθειες των προγόνων μας.
Μας εξηγεί με λεπτομέρειες την καλλιέργεια, την επεξεργασία, την συλλογή, την φύλαξη - αποθήκευση των προϊόντων και την κουζίνα μιας άλλης σκληρής αλλά νοσταλγικής εποχής του χωριού του αλλά και των όμορων ορεινών χωριών των επαρχιών Τριφυλίας, Ολυμπίας και Μεγαλουπόλεως.
Μέσα από το οπισθόφυλλο του βιβλίου του ο συγγραφέας, μας θυμίζει το σημαντικό ρόλο της φύσης στη ζωή μας και τα δώρα τα οποία απλόχερα μας προσφέρει. Επιθυμία του είναι να μας ευαισθητοποιήσει και να μας ωθήσει να τη σεβόμαστε και να την αγαπήσουμε όπως τη σέβονταν και την αγαπούσαν οι γονείς και οι παππούδες μας.
Στο 1ο κεφάλαιο ο συγγραφέας Γιώργος Γεωργακάς, αναφέρεται στα σκεύη του σπιτιού με φωτογραφίες και επεξηγήσεις για το καθένα ξεχωριστά και για την χρήση που είχαν. Παραθέτουμε μερικά από τα σαράντα πέντε σκεύη όπως το χαρανί, η τέσα, η μπότσα, η μπουγάνα, η πόχα, το λαδικό ή ρόι, η βίκα, η λαήνα, η τριχέρα, η ζάρα, η πινιάτα, η βεδούρα, η μέτρα ή καρδάρα, η σιοκάρα, η καυκιά, το κουτούλι, η κρησάρα, τ’ αργιολόι, η τσιότρα, η βούτα, η κουβέλα, το μπλάστρι, το πανιάρι, το φυσούνι, το ασκί και η ντριβάλα.
Το 2ο κεφάλαιο αναφέρεται στα αλευροκαμώματα που ήταν όπως μας λέει, το Α και το Ω της καθημερινής διατροφής. Το ψωμί με όλες τις διαδικασίες από το χωράφι ως το φούρνο και το τραπέζι. Με τις συνταγές για παρασκευή μπομπότας, για την μπουκουβάλα (ξεχασμένη συνταγή), για τις λαλκαγγίδες, κουταλίδες ή τηγανίτες, για τα φτιαχτά μακαρούνια, τις χυλοπίτες με ζουμί ή στραγγιχτές, τον τραχανά και τον χυλοπιτοτραχανά, για τις τριφτιάδες, τον χυλό και ξυγκοχυλό αλλα και συνταγές για τα αγοραστά ζυμαρικά μανέστρα, μακαροτσίνια κλπ.
Το 3ο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στο ευλογημένο γάλα. Την τιμητική του έχει το τυρί με 2-3 σελίδες η παρασκευή και η συντήρηση του. Η μυτζήθρα, το βούτυρο, η συγκάθεια (ξεχασμένη συνταγή), η γιαούρτη, η άρμη, το ξυνόγαλο, η κολόστρα και το κορκοφίγγι.
Το 4ο κεφάλαιο αναφέρεται στο θρεφτάρι που δεν ήταν άλλο από το οικόσιτο χοιρινό που ήταν η κύρια πηγή διατροφής. Περιγράφει με όλες τις λεπτομέρειες την διαδικασία σφαγής, το κρέας, το συκώτι, τα άντερα και τον καρούτζο ψητό στα κάρβουνα, την οματιά, το ανάλατο, τα λοκάνικα, το παστό και όλες τις τεχνικές παρασκευής του. Ακόμη τρόποι και συνταγές κατανάλωσης του παστού όπως ο καγιανάς και καγιανάς με ντομάτα.
ΑΜΑΛΙΑ Δ.ΣΠΕΝΤΖΑ (9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1920)
Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Εις την χρυσήν ηλικία των 18 ετών, έκλεισε τους οφθαλμούς προς τον μάταιον κόσμον και επέταξε με τα παρθενικά πτερά της αγνότητας εις τους ουρανούς, εν Φιλιατροίς κόρη Αβράμη και περικαλής η Αμαλία Δ. Σπέντζα, της εκεί μεγάλης πολτευόμενης οικογένειας Σπέντζα. Ευγενή ψυχή, μορφωθείσα αρτίως, με όλα τα φυσικά και επίκτητα χαρίσματα της παρθένον, ήτο το χάρμα και το αγλάϊσμα της δεινώς πληγείσης οικογένειάς της. Η ωραία κόρη έγυρεν εις το παγερόν φύσημα του Θανάτου, και αφήκε την πρόσκαιρη ζωήν, ήτις με τόσα ροδόφυλλα ελπίδων, είχε εστρωμένον τον δρόμο της παρθένου, όστις ατυχώς δι αυτήν, έφερεν εις τον κρύον τάφον. Σκληρόν το κτήπημα της Ειμαρμένης εις την καρδίαν φιλοστόργων γονέων οίτινες εστερήθησαν του ινδάλματός των, το οποίον ουδέν της επιστήμης μέσον κατίσχυσεν, όπως κρατήση εις την ζωήν. Προ του μεγέθους της δοκιμασίας δια τους γονείς, μόνον η εξ Ουρανού παραμυθία θα καταστή να γλυκάνη τον πόνον των, τούτην δε και επικαλούμεθα παρά το Υψίστω.
ΚΥΡΙΑΚΗ 9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1920
Ο δημοσιογράφος μιας άλλης εποχής, μορφωμένος, με ποιότητα λόγου και τεχνική μας παρουσιάσει το θάνατο της Αμαλίας: “...επέταξε με τα παρθενικά πτερά της αγνότητας εις τους ουρανούς...”, με όλα τα προτερήματα της: “Ευγενή ψυχή, μορφωθείσα αρτίως, με όλα τα φυσικά και επίκτητα χαρίσματα της παρθένον, ήτο το χάρμα και το αγλάϊσμα...”, αλλά και να απαλύνει τον πόνο των γονέων και παράλληλα να εξάρει την εκεί μεγάλη πολτευόμενη οικογένεια Σπέντζα. “Σκληρόν το κτήπημα της Ειμαρμένης εις την καρδίαν φιλοστόργων γονέων οίτινες εστερήθησαν του ινδάλματός των...”!
Ως επίλογο ο εξαίρετος δημοσιογράφος γράφει: “Προ του μεγέθους της δοκιμασίας δια τους γονείς, μόνον η εξ Ουρανού παραμυθία θα καταστή να γλυκάνη τον πόνον των, τούτην δε και επικαλούμεθα παρά το Υψίστω”.
Ραγιάδες…, ότι ψηφίσατε έχετε!
Ο λόγος για τα σκουπίδια που είναι αμάζευτα 15-20 ημέρες και δεν μου έστειλε ένας μια φωτογραφία να ξεφτιλίσω αυτόν τον άθλιο δήμαρχο και το «ανασμίδι» που μας έχει κοτσάρει για αντιδήμαρχο καθαριότητας και θα δείτε ότι, δεν τα έχω βγάλει όλα τα άπλυτά του στη φόρα, "κοντός ψαλμός αλληλούια"!
ΣΩΓΑΜΠΡΟΣ…!
Γράφει ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Σώγαμπρος είναι μια σύνθετη λέξη από το έσω (+) γαμπρός και λέγεται ο σύζυγος που συζεί με τα πεθερικά του.
Παλιά, οι νέοι που προέρχονταν από πολυμελή ή φτωχή οικογένεια αναγκάζονταν και πήγαινε σώγαμπροι σε νοικοκυριά όπου δεν υπήρχε αγόρι. Οι πατεράδες που είχαν μόνο κορίτσια ή μοναχοκόρη για να εξασφαλίσουν τα γηρατειά τους και την περιουσία τους, επέλεγαν και πάντρευαν το τελευταίο κορίτσι ή την μοναχοκόρη τους με άνδρα που τον σπίτωναν στο δικό τους νοικοκυριό. Με αυτόν τον τρόπο το φτωχόπαιδο γινόταν νοικοκύρης, καθόσον εύρισκε «στρωμένο τραπέζι» όπως έλεγαν οι παλαιότεροι και «πρόγκα να κρεμάσει την σκούφια του».
Πολλά φτωχόπαιδα μη έχοντας άλλη διέξοδο προκειμένου να βρουν έτοιμη σειρά με γιομάτο τέτζερη και με την παραίνεση των γονιών τους αποφάσιζαν και πήγαιναν σώγαμπροι.
Την όλη δουλειά την αναλάμβαναν οι προξενητάδες που στην αρχή έψηναν (προέτρεπαν) τον υποψήφιο λέγοντας του ότι όλα θα είναι μέλι – γάλα, που συνήθως ήταν μέχρι να γίνουν τα στέφανα. Και αυτοί παιδιά ακόμη με άψητα μυαλά, τους πίστευαν και πήγαιναν σώγαμπροι. Όμως τις περισσότερες φορές τα πράγματα δεν ήταν όπως τους τα έλεγαν και όπως αρχικά νόμιζε ο υποψήφιος γαμπρός.
ΦΥΛΑΧΤΑΡΙΑ ΖΩΩΝ….!
Καταγραφή Ηλίας Τουτούνης