«ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΙΑ» ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑ ΣΤΙΣ ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΥΜΑΝΘΟΥ»
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Θ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
Θεολόγου - προ Δ/ντή Β/θμιας Εκπ/σης
Ο Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779), ο απόστολος της Ρωμιοσύνης και κήρυκας του Χριστού, ο δυναμικός και δραστήριος ιερομόναχος, ο άγιος και μάρτυρας της Εκκλησίας, προικισμένος και με το προορατικό χάρισμα, προφήτεψε(1) όχι μόνο την απελευθέρωση του Γένους, αλλά και πολλές από τις εφευρέσεις των κατοπινών χρόνων. Δεν αναφέρθηκε μόνο στο «ποθούμενο»(2) , την απελευθέρωση τωνΕλλήνων, αλλά μίλησε και για την κυριαρχία των μηχανών στις επόμενες γενεές. «Θα βγουν πράγματα από τα σχολεία που ο νους σας δεν τα φαντάζεται» (3) έλεγε αναφερόμενος στις προόδους της επιστήμης. Ακόμα πρόσθετε ότι: «Θα δείτε να πετάνε άνθρωποι στον ουρανό σαν μαυροπούλια και να ρίχνουν φωτιά στον κόσμο» .(4) Προφανώς, κάνοντας λόγο ο Πατροκοσμάς για «μαυροπούλια» που θα ρίχνουν φωτιά στη γη από τον ουρανό εννοούσε τα αεροπλάνα της πολεμικής αεροπορίας.
Πράγματι, από τις αρχές του 20ου αιώνα το ενδιαφέρον πολλών ειδικών στράψηκε στην ανακάλυψη μηχανών που θα διέσχιζαν τους αιθέρες. Πρώτοι, παγκοσμίως, οι αδελψαί Ράιτ, Γουίλμπερ και Όρβιλ, από το Ντέυτον (Dayton) του Οχάιο ανακάλυψαν το αεροσκάφος με κινητήρα (1903). Η χρήση του για πολεμικό σκοπό, πρώτη φορά, έγινε το 1911, κατά τον Ιταλο-τουρκικό πόλεμο.
Από τότε, το μέσο αυτό χρησιμοποιήθηκε ευρέως στις εχθροπραξίες μεταξύ των εμπόλεμων κρατών. Κατά τους δύο παγκόσμιους πολέμους (Α' 1914-18 και Β' 19391945) απέβη το πιο καταστρεπτικό όπλο. Από το κουφάρι του ξερνούσε φωτιά και σίδερο εναντίον ανθρώπινων και άλλων στόχων. Το αποτέλεσμα του Β' παγκόσμιου πολέμου κρίθηκε από την αεροπορική ισχύ των συμμαχικών δυνάμεων, μάλιστα δε μετά τη ρίψη των ατομικών βομβών στη Χιροσίμα και τη Ναγκασάκι της Ιαπωνίας από Αμερικανικά βομβαρδιστικά. Εδώ επαληθεύτηκε η ρήση του Πατροκοσμά μέχρι κεραίας.
Κατά τη διάρκεια του Β'Παγκόσμιου Πολέμου κάποια απ' αυτά τα «μαυροπούλια» των συμμαχικών δυνάμεων, για τα οποία κάναμε λόγω προηγουμένως, κατέπεσαν στις πλαγιές του Ερύμανθου. Είχε αρχίσει ήδη η αντίστροφη μέτρηση για τους Γερμανούς σ' όλα τα μέτωπα. Οι σύμμαχοι, καθώς και οι αντιστασιακές δυνάμεις στον ελληνικό χώρο σψυροκοπούσαν με επιτυχία τις δυνάμεις του Άξονα στην ξηρά, στοναέρα και στη θάλασσα. Στις 11 Γενάρη του 1944, ημέρα Τρίτη, κατά το μεσημέρι, ένας σχηματισμός αμερικανικών αεροπλάνων απογειώθηκε από το αεροδρόμιο της Ιταλικής πόλεως Φότζια της Απουλίας(5) με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά, για να βομβαρδίσει τα ελλιμενισμένα εκεί γερμανικά πλοία, που ήταν γεμάτα εφόδια και πυρομαχικά για τον κατοχικό στρατό.
Εφημερίδα της εποχής τελούσα, όπως όλος ο ημερήσιος και περιοδικός τύπος της περιόδου αυτής, υπό αυστηρή λογοκρισία των κατοχικών δυνάμεων και των συνεργατών τους έγραφε για το εγχείρημα (6): «Ο Πειραιεύς έζησε την 11ην τρέχοντος ημέραν φρίκης και τρόμου. Κατά την διάρκειαν τρομοκρατικής Αγγλοαμερικανικής αεροπορικής επιδρομής επροξενήθηκαν σημαντικώταται ζημίαι εις νεκρούς και τραυματίας μεταξύ των αμάχων... ». Και πιο κάτω προσθέτει η εφημερίδα: «Ως ώρα του βομβαρδισμού εξελέγη η μεσημβρία, ίνα πλείονα θύματα ευρεθούν κατά την παύσιν της εργασίας των εις τας οδούς, βαίνοντα προς τας εστίας των». Ειδικότερα αναφερόμενη στις υλικές ζημιές γράφει μεταξύ άλλων ότι καταστράφηκαν ναοί, επλήγησαν νοσοκομεία και δημόσια κτίρια και «κατερειπώθησαν πολλαί οικίαι εις την κεντρικήν λεωφόρον Σωκράτους». Και καταλήγει: «Καμμία από τας οικίας της παραλίας δεν έμεινε ανέπαφος, διότι άλλαι μεν ολοσχερώς κατέρρευσαν άλλαι υπέστησαν τοιαύτας βλάβας, ώστε να έχουν καταστή ακατοίκητοι».
Από το σχηματισμό των συμμαχικών βομβαρδιστικών, 4-5 τον αριθμό, όταν διέσχιζαν από ΝΔ προς ΒΑ τον εναέριο χώρο της Κρυόβρυσης (τ.Βερβινής) Ηλείας, έπεσαν φλεγόμενα στις ανατολικές υπώρειες του Ερύμανθου από ανεξήγητη αιτία. Επρόκειτο για σαμποτάζ ή έγινε παρεξήγηση και χτυπήθηκαν μεταξύ τους τα αεροπλάνα; Κανένας ποτέ δεν πήρε πειστική και υπεύθυνη απάντηση. Καθένας έμεινε στη δική του εκδοχή και ερμηνεία του πρωτόγνωρου στη μικρή κοινωνία του χωριού γεγονότος. Πριν όμως από την πτώση τους ξεφόρτωσαν τις βόμβες τους, μερικές εκατοντάδες μέτρα έξω από το χωριό. Πέντε-έξι βόμβες έσκασαν στον Αη- Ταξάρχη (Ταξιάρχη), τοποθεσία κοντά στον οικισμό Μαρτζακλαίικα της Κρυόβρυσης και κατατρόμαξαν τους κατοίκους, άλλες έπεσαν αλλού. Η έκρηξη ήταν τόσο ισχυρή που τράνταξε συθέμελα τα σπίτια του χωριού. Ο κρατήρας που ανοίχτηκε στον τόπο της πτώσης τους ήταν ορατός για πολλά χρόνια μετά. Οι κάτοικοι, που βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή άλλοι στα σπίτια τους και άλλοι στα ζωντανά τους, στα βοσκοτόπια, έντρομοι έσπευσαν να κρυφoύν, ενώ έβλεπαν πυρακτωμένα κομμάτια αεροπλάνων να εκσφενδονίζονται στους αιθέρες και τρία, σχεδόν ατόφια, να πέσoυν στο έδαφοςς. Το ένα έπεσε στη «Βοντίτσα», σε πλάτωμα χωραφιoύ, εκεί που σταματούν τα έλατα και αρχίζουν να φύoνται βελανιδιές. Το άλλο έπεσε στην τοποθεσία «Κίτρινο Κλαρί», πάνω σ' ένα βράχο, ανάμεσα σε πυκνά έλατα. Η άτρακτος αυτού βρέθηκε σε καλή κατάσταση. Το τρίτο έπεσε στην Παναγιά. Κάποια άλλα έπεσαν στην «Αγριοσυκιά» τηςπεριοχής του Πορετσού (Αγραμπέλων).
Όταν σταμάτησαν οι εκρήξεις και το μούγκρισμα των αεροπλάνων κόπασε, μερικοί, οι πιο τολμηροί, ο Ρουσαντρίκος, ο Σπύρος Θ. Μενούνος, ο Τσίρος, ο παπαΘόδωρος, ο Κατσοπρίνης, ο Μίχος Ασημακόπουλος, κάποιοι Παπαγεωργαίοι μερικοί Δελεγκαίοι και αρκετοί άλλοι, έτρεξαν στις τοποθεσίες που έβλεπαν καπνούς και φωτιές. Τι αντίκρισαν τα μάτια τους στον τόπο της συμφοράς δεν περιγράται ! Στα χωράφια, στις χέρσες πλαγιές και στο δάσος της περιοχής κείτονταν διαμελισμένα κορμιά αεροπόρων, άσκαστες βόμβες, σκορπισμένες σφαίρες, μυδραλιοβόλα και συντρίμμια αεροπλάνου! Έβλεπε κανείς κουφάρια παλικαριών χωρίς κεφάλια, χωρίς χέρια και χωρίς πόδια! Από ένα ψηλό έλατο κρεμόταν με το κεφάλι προς τα κάτω και τα σπλάχνα έξω με σχισμένο το αλεξίπτωτο και πιασμένο από τις κλάρες του δένδρου ένας βαθμoφόρoς αεροπόρος. Τραγωδία πρωτόγνωρη!
Ανάμεσα στα συντρίμμια των αεροπλάνων και στα διαμελισμένα ανθρώπινα κορμιά, εντοπίστηκαν και δύο ζωντανοί αεροπόροι, μάρτυρες της συμφοράς. Ο ένας, ψηλός, ξανθός, γεροδεμένος, είχε πέσει κοντά στην ουρά του αερoσκάφους και είχε σπάσει το δεξιό βραχίονά του. Είχε ακόμη και μερικές ακίνδυνες κακώσεις. Ο άλλος έπεσε πιο πέρα με το αλεξίπτωτό του και έφερε μικρή αμυχή στο μέτωπο από κλαδιά του δένδρου, στο οποίο προσέκρουσε κατά την κάθοδό του. Και οι δύο προέρχονταν από το αεροπλάνο που έπεσε στο Κίτρινο Κλαρί. Ήταν φοβισμένoι και σοκαρισμένοι και κρύφτηκαν, γιατί δε γνώριζαν που έπεσαν. Νωρίς όμως κατάλαβαν ότι βρίσκονταν σε φιλικό περιβάλλον. Στη συνέχεια, οι κάτοικοι που τους πλησίασαν, τους πήραν μαζί τους και τους κατέβασαν στο χωριό. Τους οδήγησαν στο σπίτι του Θόδωρου Μενούνου (Φάκαλου) και τους πρόσφεραν τις πρώτες βοήθειες. Εκεί διανυκτέρευσαν, χωρίς κανείς να μπορέσει να συνεννοηθεί μαζί τους, αφού κανείς δε γνώριζε τη γλώσσα τους. Κάποια υποτυπώδης επικοινωνία έγινε με νοήματα. Την επόμενη μέρα οι διασωθέντες αεροπόροι, αφού εκδήλωσαν την ευγνωμοσύνη τους στους κατοίκους του χωριού, μεταφέρθηκαν με ζώο μέσω Τσιπιάνων στη Δίβρη, στο γιατρό Ιωάννη Μάρκο, για να τους περιποιηθεί τα τραύματα και να τους προωθήσει με τη βοήθεια του αντιστασιακού δικτύου στη Μέση Ανατολή. Μάλιστα οι ξένοι πριν αναχωρήσουν από το χωριό έδωσαν στις κόρες του Μενούνου τη διεύθυνσή τους στην Αμερική. Στα γράμματα όμως των κοριτσιών, μετά την απελευθέρωση, απάντηση δεν ήλθε. Ποιος ξέρει ποια ήταν η τύχη τους στη συνέχεια...
Οι κάτοικοι, που μετέβησαν στον τόπο της φρίκης, διαπίστωσαν με τα ίδια τους τα μάτια την ολοσχερή καταστροψή του αεροπλάνου που κατέπεσε στη «Βοντίτσα». Είδαν με θλίψη και πόνο να έχουν γίνει μια άμoρφη μάζα ανθρώπινες σάρκες, σίδερα και λάστιχα του αεροπλάνου, να είναι περιλουσμένα με βενζίνη και κηροζίνη και να ανεβαίνει απ' αυτά, μεσούρανα, μαύρος καπνός.
Οι άλλοι, πάλι, που κατευθύνθηκαν στο «Κίτρινο Κλαρί», εντόπισαν, ανάμεσα στα βράχια, στις πεζούλες, στους θάμνους και στα έλατα, αποκομμένα μέλη από τα σφριγηλά σώματα των άτυχων αεροπόρων, καθώς και ένα πτώμα πιλότου, σχεδόν άθικτο εξωτερικά.
Τα ανευρεθέντα μέλη των πεσόντων Αμερικανών αεροπόρων, καθώς και η σωρός του ανωτέρω πιλότου μεταφέρθηκαν με σεβασμό στον ενοριακό ναό του αγίου Νικολάου Κρυόβρυσης, όπου τελέστηκε η νεκρώσιμη ακολουθία από τον παπαΘόδωρο, ιερέα του χωριού. Παρέστησαν σ' αυτή και όλοι σχεδόν οι κάτοικοι. Η ταφή
των ανωτέρω έγινε στο ΒΑ μέρος του προαυλίου της Εκκλησίας, δίπλα από την πέτρινη σκάλα.
Ανάλογες εκδηλώσεις τιμής και σεβασμού στους πεσόντες αεροπόρους στην περιοχή του Πορετσού έγιναν και από τους κατοίκους του χωριού αυτού. Τους νεκρούς, που μπόρεσαν να περισυλλέξουν, τους έθαψαν στην «Αγριοσυκιά» με τον παπα-Σισώη, ηγούμενο της μονής της Παναγίας της Πορετσάνισσας. Το εκπληκτικό είναι ότι κανένας ποτέ δεν έμαθε πόσοι ήταν οι αεροπόροι που έπεσαν, την αποφράδα εκείνη ημέρα, στις πλαγιές του Ερύμανθου.
Στο μεταξύ, οι χωρικοί που πήγαν στον κρανίου τόπο την ημέρα της πτώσης των αεροπλάνων, αλλά και τις επόμενες, περισυνέλεξαν, εκτός από τους νεκρούς και αλεξίπτωτα, άθικτα και χρησιμοποιημένα, που βρίσκονταν μέσα και έξω από τα αεροπλάνα που έπεσαν στην περιοχή. Ένα πρόλαβε να αποσπάσει από την άτρακτο του αεροπλάνου με κάποιο συγχωριανό του ο Σπύρος Μενούνος, χωρίς να γνωρίζει τι περιείχε αυτό το περίεργο στρατιωτικό σακίδιο. Όταν γύρισαν στο χωριό και άρχισαν στο σπίτι του ενός να περιεργάζονται μόνοι τους αυτόν το στρατιωτικό γυλιό, πίεσαν τυχαία κάποιο κουμπί και ξαφνικά, το δωμάτιο γέμισε από ένα άσπρο πανί. Μετά την τρομάρα που πέρασαν, κατάλαβαν ότι αυτό ήταν αλεξίπτωτο. Στη συνέχεια, με ένα ψαλίδι το έκοψαν στα δύο και καθένας πήρε ένα κομμάτι. Άλλοι πάλι πήραν τις ρόδες των αεροσκαφών, κομμάτια από λαστιχένια ντεπόζιτα βενζίνης, καθώς και ατομικά είδη των άτυχων αεροπόρων και τα χρησιμοποίησαν για τις ανάγκες τους. Η Κατοχή συνεχιζόταν. Η φτώχια και η ανέχεια της περιόδου εκείνης έσπρωξε μερικούς από τους κατοίκους σε ενέργειες που ασφαλώς μέσα τους τις καταδίκαζαν. Τα αλεξίπτωτα τότε έγιναν πουκάμισα των ανδρών και μπλούζες των γυναικών, τα λάστιχα από τις ρόδες των αεροπλάνων έγιναν τσαρούχια των φτωχών και τα ντεπόζιτα της βενζίνης σόλες των παπουτσιών των χωρικών. .
Τις διάσπαρτες στην περιοχή σφαίρες των μυδραλιοβόλων, για χρόνια μετά, περιμάζευαν τα παιδιά και τις χρησιμοποιούσαν στα παιχνίδια τους με κίνδυνο να τραυματιστούν ή και να σκοτωθούν. Τα μυδραλιοβόλα που περισυνέλλεξαν οι κάτοικοι, μέσα και έξω από τα αεροπλάνα, τα οποία ήταν σε καλή κατάσταση, τα παρέδωσαν στους αντάρτες. Τα άλλα, τα μάζεψαν για παλιοσίδερα. Ένα, καθώς προσπαθούσε ο Τσίρος να το σπάσει στα δύο με μια βαριά, για να το πουλήσει για παλιοσίδερα, εκπυρσοκρότησε και τον έκανε να λειψανιάσει από το φόβo του. Ακόμα και τα ατσάλινα μέρη των αεροπλάνων, στο επόμενο διάστημα, κομματιάστηκαν και μεταφέρθηκαν άλλα στα Τριπόταμα και άλλα στο Ανδρώνι, για να γίνουν γεωργικά εργαλεία (κασμάδες, αξίνες, τσεκούρια κ.λπ.).
Σήμερα στα σημεία της πτώσης των αεροπλάνων δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος που να θυμίζει το θλιβερό εκείνο γεγονός. Ο Αρμαγεδώνας του Β' Παγκοσμίου πολέμου, ο Καιάδας της Κατοχής, τα τόσα και τόσα που συνέβησαν στα πέτρινα εκείνα χρόνια είναι δύσκολο να χωρέσουν στη ζωή μιας γενιάς!
Πάντως μετά από μερικά χρόνια και αφού ο κόσμος είχε ησυχάσει και είχε αρχίσει να γιατρεύει τις πληγές που άφησε ανοιχτές ο πόλεμος, ένας δραστήριος Νουσαϊτης, ο Περικλής Παπανικολόπουλος7 , ο επονομαζόμενο ς και «γιατρός Στεφανάκος», μετέβη στην Αμερική, προφανώς, ύστερα από συνεννόηση με την Αμερικανική Πρεσβεία στη χώρα μας και αναζήτησε από τις εκεί στρατιωτικές υπηρεσίες τους συγγενείς των πεσόντων αεροπόρων στις πλαγιές του Ερύμανθου. Επιστρέφοντας από την μακρινή χώρα ο «Στεφανάκος» έστησε, ενδεχομένως με τη συγκατάθεση των Αμερικανικών αρχών, στη Δίβρη, πάνω από το Δημοτικό Σχολείο του χωριού και πλησίον του Ηρώου των Ελλήνων, μνημείο των πεσόντων Αμερικανών αεροπόρων στην περιοχή του Ερύμανθου. Εκεί μετέφερε τα οστά τους που είχαν ταφεί στην Κρυόβρυση και στην περιοχή του Πορετσού. Το μνημείο, απλό και απέριττο, καμωμένο από ντόπια πελεκητή πέτρα, επικάλυπτε χάλκινο κράνος.
Δυστυχώς, ο χώρος του μνημείου, αργότερα, από ολιγωρία των αρμοδίων αρχών καταπατήθηκε από κάτοικο του χωριού και το ίδιο το μνημείο μεταβλήθηκε σε σωρό από πέτρες (!) παρά τις διαμαρτυρίες του συνδέσμου των εν Αθήναις Λαμπειέων και του προέδρου του Νικ. Σωτηρόπουλου. Η αποτρόπαια αυτή πράξη προσβολής νεκρών, οι οποίοι μάλιστα έπεσαν για την απελευθέρωση της πατρίδας μας, δεν αφήνει έκθετο στα μάτια της κοινωνίας μόνο εκείνον που την αποτόλμησε, αλλά και όλους αυτούς που διευκόλυναν, ανέχτηκαν η αδιαφόρησαν για το ανοσιούργημα αυτό.
Υποσημειώσεις
1. Επισκ. Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου,Μητρ. Κοσμάς ο Αιτωλός, Αθήναι 1991, σελ. 333-35.
2. «Το ποθούμενο θα γίνη στην τρίτη γενεά και θα το δουν τα εγγόνια μας» έλεγε. Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπ. Φλωρίνης, «Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779)>>, Αθήναι 1991, σελ. 337.
3. Ό.π. σελ. 351.
4. Ό.π. σελ. 351.
5. Η Ιταλία είχε συνθηκολογήσει με τις συμμαχικές δυνάμεις από το Σεπτέμβριο του 1943. 6. «Νεολόγος Πατρών», Πέμπτη, 13 Ιανουαρίου 1944.
6. «Νεολόγος Πατρών», Πέμτη 13 Ιανουαρίου 1944
7. Νουσά (σήμερα Αστράς) είναι χωριό της ορεινής Ηλείας που συνορεύει τόσο με την Κρυόβρυση, όσο και με το Πορετσό (σημ. Αγράμπελα)
* ο κ. Παναγιώτης Θ. Παπαθεοδώρου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κρυόβρυση Ηλείας. Την εγκύκλια μόρφωσή του συμπλήρωσε σε Γυνάσια της Πάτρας. Σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Υπηρέτησε στη δημόσια Β/θμια Εκπαίδευση ως καθηγητής, Γυναμνάσιάρχης, Λυκειάρχης και Διευθυντής Β/θμιας Εκπαίδευσης. Το συγγραφικό του έργο είναι θεολογικού, παιδαγωγικού και ιστορικού περιεχομένου.
Στο έκτο τεύχος της «Ηλειακής Πρωτοχρονιάς – Ηλειακό Πανόραμα 8» 2008, φιλοξενούνται και δύο άρθρα με αναφορά στο δήμο Λασιώνος. Στο κεφάλαιο 40 σελίδα 295 «ΔΗΜΟΣ ΛΑΣΙΩΝΟΣ ΗΛΕΙΑΣ» του Κ. Παπαντωνόπουλου και στο κεφάλαιο 41 σελίδα 300, «ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΙΑ» ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑ ΣΤΙΣ ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΡΥΜΑΝΘΟΥ του Παναγιώτη Παπαθεοδώρου από την Κρυόβρυση.
Εμφανίσεις | 1964 |
Αναθεωρημένο | 9 Φορές |
Δημιουργήθηκε | Σάββατο, 07 Ιούνιος 2008 23:06 |
Τροποποιήθηκε | Πέμπτη, 11 Ιούνιος 2009 09:07 |